Η ΗΠΕΙΡΟΣ ΣΤΟ ΔΙΑΒΑ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ


Ι. Ἀπό τήν κάθοδο τῶν Δωριέων ἕως τόν Βασιλέα Θαρύπα.

 

 

Ὅλα ξεκίνησαν πρίν ἀπό 3000 χρόνια, τότε πού ὁ ἑλληνισμός γεννιόταν. Μέσα ἀπό ἀδελφοκτόνες συγκρούσεις, θάνατο καί βία ξεπήδησε νέα ἡ ζωή. Γιατί ἔτσι συμβαίνει πάντοτε, ἡ ἥττα φέρνει νέα νίκη, καί ὁ χαμός κάνει μεγαλύτερη τήν δόξα. Ἔτσι συνέβη καί μέ τήν τότε Ἑλλάδα, ὅπου ἡ πτώση τῶν Μυκηνῶν, ἔφερε, τήν σταδιακή, ἀναγέννηση τῆς χώρας. Καθώς νέοι πληθυσμοί, γύρω στό 1100 π.Χ, ἐπέδραμαν στήν ἑλληνική χερσόνησσο, ὡσπου κατοίκησαν κι αὐτοί τήν ρημαγμένη χώρα, γιά νά δώσουν στήν ἀνθρωπότητα μία Σπάρτη, μία Κόρινθο, μία Ἀθήνα. Οἱ κατακτητές αὐτοί δέν ἦταν ἄλλοι ἀπό τούς Δωριεῖς, τό βόρειο ἐκεῖνο ἑλληνικό φύλο, πού εἶχε γιά πατρίδα του τήν ἀπόμερη, δασωμένη καί ὀρεινή γωνιά τῆς Ἑλλάδας, πού ἔμελλε νά ὀνομασθεῖ Ἤπειρος.

             Αὐτή ἡ ἄγονη, ἡ ἄγρια καί ὀρεινή χώρα, πού ἐμοίαζε ἀτέλειωτη γιά τούς νοτιοελλαδίτες θαλασσινούς, πού περιδιάβαιναν τό Ἰόνιο καί τήν ἀποκαλοῦσαν Ἄπειρο (Ἤπειρο, στήν ἀττική διάλεκτο), ἀπασχόλησε ἰδιαίτερά τούς ἱστορικούς, παλαιούς ἀλλά καί νεώτερους.  Καί αὐτό γιατί ἡ Ἤπειρος, ἔχει μία μαγεία,  ἀσκεῖ μία ἀνεπαίσθητη ἕλξη μέ τόν ὄγκο τῶν βουνῶν της, τήν ὀμορφιά, τήν ἀπόκοσμη, πολλές φορές, ἡσυχία της, ἀλλά προπάντων μέ τήν Ἱστορία της.

            Δεμένη μέ τόν μύθο ἡ Ἤπειρος, κατοικοῦνταν ἤδη ἀπό τήν μυκηναϊκή ἐποχή (1600-1100 π.Χ), ἀπό μία πλειάδα ἑλληνικῶν πληθυσμῶν, δωρικῆς καταγωγῆς, πού συνολικά ἀποκαλοῦσαν ἑαυτούς Ἠπειρῶτες.

            Κατά τήν ἱστορική περίοδο πού ἀκολούθει τήν κάθοδο τῶν Δωριέων (1100-776 π.Χ), στήν νότιο Ἑλλάδα, ἡ Ἤπειρος γνωρίζει τήν ἀπομόνωση, πού ἐπιφέρει ἡ πτώση τῶν κέντρων τοῦ μυκηναϊκοῦ πολιτισμοῦ.  Αὐτή ἡ ἀπομώνοση ἦταν πού ἐπέτρεψε τήν σταδιακή ὀργάνωση τῆς φυλετικῆς της ταυτότητας, ἐνῶ ἀποικίες πόλεων τῆς νότιας Ἑλλάδας, σταδιακά ξεφύτρωναν στίς εὔφορες κοιλάδες καί τίς ἀκτές, κατά τήν ἀρχαϊκή περίοδο (776-490 π.Χ).

             Τά φύλα τῶν Ἠπειρωτῶν ἦταν πολυάριθμα. Κατά τόν Θεοπομπό, συγγραφέα τοῦ 4ου  π.Χ αἰώνα, δεκατέσσερα. Ἀπό τά φύλα αὐτά τά σπουδαιότερα ἦταν οἱ Χάονες, πού κατοικοῦσαν στήν Χαονία, στήν σημερινή Βόρεια Ἤπειρο, οἱ Κασσωπαῖοι, οἱ ὁποῖοι παρεπιδημοῦσαν στήν περιοχή τῆς σημερινῆς Πρέβεζας, ἐνῶ στήν Θεσπρωτία ζοῦσαν οἱ ὁμώνυμοι Θεσπρωτοί. Τέλος στήν σημερινή ἐπικράτεια τοῦ νομοῦ Ἰωαννίνων διαβιοῦσαν οἱ ἔνδοξοι Μολοσσοί.

            Ἀρχικά καθένα ἐκ τῶν τεσσάρων ἠπειρωτικῶν φύλων διέθετε τόν δικό του βασιλέα, στούς κατοπινούς ὅμως αἰῶνες (6ο-5ος αἵ. π.Χ), πιθανόν ὑπό τήν ἔπιδραση τῶν ἑλληνικῶν ἀποικιῶν, ὅλα τους, πλήν τῶν Μολοσσῶν, ἀπώλεσαν τόν θεσμό τῆς βασιλείας ὅπως καί οἱ περισσότεροι Ἕλληνες. Μόνο βασιλικό γένος ἀπόμενε ἡ δυναστεία τῶν Αἰακιδῶν, ποῦ ἀνήγαγε τήν καταγωγή της στόν μυθικό ἥρωα Ἀχιλλέα, διαμέσου τοῦ γιοῦ του, Νεοπτόλεμου, ὁ ὁποῖος ἔμεινε γνωστός μέ τό προσωνύμιο Πύρρος, λόγω τῶν πυροξανθῶν μαλλιῶν του.

           Γιά τά βασιλικά γένη τῶν ἠπειρωτῶν, ἀπό τίς μυθικές ἀπαρχές τους ὡς καί τόν 5ο π.Χ αἰώνα, ἐλάχιστα μας εἶναι γνωστά. Τόσο λόγω τῆς γενικότερης ἀναρχίας τῶν σκοτεινῶν αἰώνων (1000-800 π.Χ), ὅσο καί λόγω τῆς κοινωνικό-οἰκονομικῆς πραγματικότητας τῆς Ἤπειρου καί τοῦ νομαδικοῦ βίου τῶν κατοίκων της.

          Ἡ κλασική ἐποχή βρίσκει τήν Ἤπειρο ἐγκλωβισμένη σ’ ἕνα πρωτόγονο στάδιο οἰκονομίας καί παραγωγῆς μακριά ἀπό τίς ἐξελίξεις πού συνταράσσουν καί ἀνανεώνουν τήν Νότιο Ἑλλάδα. Ἡ εὐημερία πού γνώρισαν οἱ κάτοικοί της χάρη στούς πλούσιους βοσκότοπους, ἰδίως τῆς Μολοσσίδος, ἀνατρέπετται μετά τό 470 π.Χ., γεγονός πού ὤθησέ τούς, ἄλλοτε αὐτάρκεις, Ἠπειρῶτες νά πλησιάσουν τόν ἀνερχόμενο κόσμο τῶν νοτιοελληνικῶν πόλεων - κρατῶν.

         Ἡ βασιλεία τοῦ Αἰακίδη Θαρύπα (423-390/385 π.Χ) σηματοδοτεῖ αὐτήν τήν καμπή στήν ἱστορία τῆς Ἠπείρου. Ὁ ἡγεμόνας αὐτός, ὁ πρῶτος ἐκ τῶν Αἴακιδων γιά τόν ὁποίον ἡ Ἱστορία καταλείπει ἐκτενῆ μαρτυρία, ἀφοῦ μετέβη στήν Ἀθήνα, τό σχολεῖο τῆς Ἑλλάδας καί ἔλαβε τήν ἑλληνική παιδεία τῆς ἐποχῆς, ἐπέστρεψε στήν Ἤπειρο, ὅπου καί ἐπιδόθηκε σέ ἀναμορφωτικό καί συνάμα ἐκπολιτιστικό ἔργο, ἀντίστοιχο μέ αὐτό τοῦ συγχρόνου του Ἀρχελάου στήν Μακεδονία. Ὁ δραστήριος Θαρύπας ἔθεσε τίς βάσεις γιά τήν περαιτέρω ἀνάπτυξη τῆς Μολοσσίδος, ἀνάπτυξη πού τῆς ἐπέτρεψε νά διεκδικήσει πρωτεύοντα ρόλο στά ἠπειρωτικά πράγματα κατά τόν ἑπόμενο αἰώνα.

(Τέλος πρώτου μέρους)