Η ΙΤΑΛΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ ΚΑΤΑ ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΤΑΔΙΑ ΤΟΥ Α΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ


Ἡ ἰταλική κυβέρνηση ἀπαιτοῦσε τήν μή ἐγκατάσταση τῶν ἑλληνικῶν Ἀρχῶν στήν περιοχή, αἴτημα τό ὁποῖο ἀπερρίφθη ἀπό τήν ἑλληνική κυβέρνηση. Τότε, ἡ Ρώμη ὑπέβαλε μία ἐναλλακτική πρόταση, ἡ ὁποία συνίστατο στήν παροχή γραπτῶν ἐγγυήσεων γιά τήν ἀσφάλεια τῶν «ἰταλόφιλων» πληθυσμῶν τῆς περιοχῆς ἐκ μέρους τῆς ἑλληνικῆς κυβερνήσεως. Ὁ Βενιζέλος συνεφώνησε προκειμένου νά ἀποτρέψει μία περαιτέρω ἐπιδείνωση τῶν διμερῶν σχέσεων ἀλλά ἡ ἀπόφασή του προκάλεσε ἔντονες ἀντιδράσεις. Οἱ Ἰταλοί ἀνεθάρρησαν ἀπό τήν ἐπιτυχία τους αὐτή καί ὁ πρεσβευτής τους στήν Ἀθήνα κόμης di Bosdari πρότεινε τήν ἀνάληψη τοῦ ἐλέγχου τῆς συμπεριφορᾶς τῶν ἑλληνικῶν Ἀρχῶν ἔναντι τῶν μουσουλμάνων καί τῶν βλαχόφωνων ἀπό ἀξιωματικούς, οἱ ὁποῖοι θά ἔδρευαν στό ἰταλικό προξενεῖο Ἰωαννίνων.

Τήν ἴδια περίοδο, πραγματοποιήθηκε μία Συμμαχική συνδιάσκεψη στό Παρίσι μέ ἀντικείμενο τίς ἐξελίξεις στήν Βαλκανική. Ἡ Ἑλλάδα συμμετεῖχε μέ τόν πρεσβευτή της στήν γαλλική πρωτεύουσα Ἄθω Ρωμάνο καί τόν Συνταγματάρχη Κων. Ρακτιβᾶν, οἱ ὁποῖοι ὅμως δέν κατάφεραν νά ἐξασφαλίσουν καμμία ἐγγύηση γιά τήν βόρεια Ἤπειρο. Στήν Συνδιάσκεψη ἐκείνη ἀπεφασίσθη ἡ ταυτόχρονη ἀποχώρηση τῶν γαλλικῶν καί τῶν ἰταλικῶν στρατευμάτων ἀπό τήν Ἤπειρο μέ ἐξαίρεση τήν περιοχή τοῦ Πωγωνίου, ἡ ὁποία θά παρέμενε ὑπό τόν ἔλεγχο τῶν Ἰταλῶν ἕως τήν λήξη τῶν ἐχθροπραξιῶν. 

Ἡ ἀποχώρηση τῶν γαλλικῶν στρατευμάτων ἀπό τό ἑλληνικό ἔδαφος ὑπεχρέωσε τήν Ρώμη νά διατάξει τίς δυνάμεις της ὅπως ἐφαρμόσουν τίς ἀποφάσεις τῆς προαναφερθείσης Συνδιασκέψεως, περί τά μέσα Σεπτεμβρίου. Ἐντούτοις, ἰταλικά στρατεύματα παρέμειναν στήν Πωγωνιανή. Ὁ ἐπικεφαλῆς τους δήλωσε στόν Ἕλληνα διοικητή Ἰωαννίνων ὅτι ἡ παραμονή τῶν στρατευμάτων του στήν συγκεκριμένη περιοχή θά ἦταν προσωρινή. Ἀντιθέτως, οἱ Ἰταλοί παρέμειναν στήν βόρεια Ἤπειρο, ὅπου καί υἱοθέτησαν περαιτέρω μέτρα εἰς βάρος τῶν Ἑλλήνων κατοίκων της. Τό γεγονός αὐτό ὤθησε τήν ἑλληνική κυβέρνηση νά ὑποβάλει ἔντονο διάβημα διαμαρτυρίας στούς Ἀγγλογάλλους, τήν 16η / 29η Σεπτεμβρίου. Λίγο πρίν, μία μεραρχία τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ εἶχε ἐγκατασταθεῖ στά Ἰωάννινα. Οἱ Μεγάλες Δυνάμεις τῆς Δύσεως ἀπεφάσισαν τήν παραμονή τῶν γαλλικῶν στρατευμάτων στήν Κορυτσά πρός ἀποτροπή περαιτέρω ἐπιδείνωσης τῶν ἑλληνοϊταλικῶν σχέσεων. Ἡ Ρώμη ἀντέδρασε ἔντονα σέ αὐτή τήν ἀπόφαση καί ἐνέτεινε τήν προπαγάνδα της στήν περιοχή, ἐνῶ ὁ Στρατηγός Τζιανσίτο Φερρέρο (Giancito Ferrero) προέβαινε συνεχῶς σέ «ἐμπρηστικές» δηλώσεις. Ἐπιπλέον, οἱ Ἰταλοί ἐφεύρισκαν διαρκῶς καί νέες προφάσεις γιά νά διαμαρτύρονται στήν ἑλληνική κυβέρνηση καί νά συντηροῦν τό κακό κλίμα στίς διμερεῖς σχέσεις, π.χ. ἰσχυρίζονταν ὅτι παρεμποδιζόταν ἡ διακίνηση τοῦ ἰταλικοῦ ταχυδρομείου, διαμαρτύρονταν γιά τήν χορήγηση μεγάλου ἀριθμοῦ ἀδειῶν ὁπλοφορίας σέ κατοίκους τῆς περιοχῆς Δελβινακίου κ.ο.κ..

Ἐπισήμως, ἡ ἰταλική διπλωματία ἰσχυριζόταν ὅτι ἀπώτερος στόχος της ἦταν μόνον ἡ διαφύλαξη τῆς ἀνεξαρτησίας τῆς Ἀλβανίας καί ἡ ἀποτροπή ἐπεμβάσεως μίας τρίτης δύναμης στήν περιοχή. Στό ἴδιο μῆκος κύματος κινήθηκε καί ὁ νέος Ἰταλός πρεσβευτής στήν Ἀθήνα βαρῶνος Ρομάνο Ἀβετσάνα (Romano Avezzana). Ἡ ἑλληνική κυβέρνηση ἀντιμετώπισε μέ καχυποψία τήν διπρόσωπη στάση τῶν Ἰταλῶν καί ἀπέρριψε κάθε σκέψη γιά τήν δημιουργία ἰταλικοῦ προτεκτοράτου στήν περιοχή. Ἐντούτοις, ἡ Ἀθήνα δήλωσε διατεθειμένη νά συζητήσει τό θέμα τῆς δημιουργίας ἑνός ἀνεξάρτητου ἀλβανικοῦ κράτους, τό ὁποῖο θά διατηροῦσε προνομιακές σχέσεις μέ τήν Ρώμη. Τίς ἑπόμενες ἑβδομάδες, ὅμως, ὁ πόλεμος ἔληξε καί ἡ ὑπόθεση παρεπέμφθη πρός ἐπίλυση στήν Συνδιάσκεψη τῆς Εἰρήνης.

Σέ αὐτήν, τά αἰτήματα τῆς Ρώμης θεωρήθηκαν μαξιμαλιστικά καί συνήντησαν ἐξ ἀρχῆς τήν γενική ἀποδοκιμασία. Ἀρχικῶς, οἱ Ἰταλοί ἀντιπρόσωποι ἐξεπλάγησαν ἀπό τήν ἀντιμετώπιση τῶν ὑπολοίπων συνέδρων καί στήν συνέχεια ἀπεχώρησαν ἀπό τό Παρίσι ὡς ἔνδειξη διαμαρτυρίας. Σύντομα, τό «ἀλβανικό» περιῆλθε σέ δεύτερη μοίρα, καθώς ἐκφραζόταν ἔντονη ἀμφισβήτηση ἀκόμα καί τοῦ ἑνιαίου τῆς ὑποστάσεως τῆς χώρας. Ὁ Βενιζέλος συμπεριέλαβε τήν βόρεια Ἤπειρο μεταξύ τῶν ἑλληνικῶν ἀξιώσεων στό ὑπόμνημα, τό ὁποῖο ὑπέβαλε στήν Συνδιάσκεψη, προκαλώντας τίς ἔντονες ἀντιδράσεις τῶν Ἰταλῶν. Αὐτοί ἀπέβλεπαν ξεκάθαρα στήν ἐπανασύσταση τοῦ ἀλβανικοῦ κράτους, στό ὁποῖο θά ἀποδιδόταν καί ἡ βόρ. Ἤπειρος. Ἀπώτερος στόχος τῆς Ρώμης ἦταν ἡ ἀποκόμιση μίας ἐντολῆς προτεκτοράτου γιά τήν Ἀλβανία ἀπό τήν Συνδιάσκεψη τῆς Εἰρήνης. Ὁ Τύπος τῶν δύο «συμμάχων» χωρῶν (δηλαδή Ἑλλάδος καί Ἰταλίας) ἐπέκρινε μέ σφοδρότητα τήν κυβέρνηση τοῦ ἄλλου κράτους, συντελώντας στήν ὄξυνση τῆς καταστάσεως. Ὁ Βενιζέλος ἐπεχείρησε νά μειώσει τήν ἔνταση, πραγματοποιώντας ἕνα ταξίδι στήν Ρώμη, τό ὁποῖο ὅμως, δέν ἐστέφθη μέ ἐπιτυχία.

Οἱ ἑλληνικές θέσεις συνήντησαν τήν ἀποδοχή τῶν ὑπολοίπων Μεγάλων δυνάμεων, καθώς μόνον οἱ Ἀμερικανοί ἐξέφρασαν ἀμφιβολίες γιά τήν τύχη τῆς Κορυτσᾶς. Τήν 30η Μαρτίου, ἡ ἁρμόδια ἐπιτροπή ὑπέβαλε ἕνα ὑπόμνημα στό Ἀνώτατο Συμβούλιο, σύμφωνα μέ τό ὁποῖο συνίστατο ἡ ἀπόδοση τῆς βόρ. Ἠπείρου στήν Ἑλλάδα. Ὁ νέος ἐπικεφαλῆς τῆς ἰταλικῆς διπλωματίας Τομάσο Τιττόνι (Τοmmaso Tittoni) ἀπεφάσισε νά δώσει προτεραιότητα στό ζήτημα τοῦ Φιοῦμε καί ἦρθε σέ συμφωνία μέ τόν πρωθυπουργό τῆς Ἑλλάδος ἐπί τοῦ βορειοηπειρωτικοῦ ζητήματος. (συνεχίζεται)

Ἰωάννης Σ. Παπαφλωράτος

Νομικός-Διεθνολόγος

Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν

(Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο ὑπό τόν τίτλο «Ἡ ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ, 1833 – 1949», Θεσσαλονίκη: ἐκδόσεις Σάκκουλα, 2014)

ΛΕΖΑΝΤΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ

Εἴκ. 1. Ὁ βαρῶνος Ρομάνο Ἀβετσάνα σέ φωτογραφία τοῦ 1915.

Εἴκ. 2. Ὁ Τομάσο Τιττόνι.