Δρυϊνουπόλεως Βασίλειος


Ἀπό τίς πρῶτες ἐκδηλώσεις τοῦ Σεβαστιανοῦ γιά τή Βόρειο Ἤπειρο, ξεχώρισε ἕνα σύνθημα –πέραν τῶν ἄλλων-, πού ἀντανακλοῦσε κατά τόν καλύτερο τρόπο, τόν δρόμο τοῦ Ἀγώνα πού βάδιζε ἐκεῖνος ὁ Δεσπότης…, τόν ἴδιο ἀκριβῶς δρόμο πού βάδισαν οἱ προκάτοχοί του … «ταν τό ράσο γίνεται σημαία, τότε νίκη εναι βέβαια». Καί πράγματι βρίθει ἡ Ἱστορία τοῦ Γένους μας ἀπό τέτοια παραδείγματα….

Ἕνας τέτοιος λοιπόν Δεσπότης τό ράσο τοῦ ὁποίου ἔγινε “σημαία” στόν Αὐτονομιακό ἀγώνα τῆς Βορείου Ἠπείρου τό 1914, ἦταν καί ὁ Δρυινουπόλεως Βασίλειος (1858-1936). Γεννήθηκε στό χωριό Ἄνω Λάμποβο, καί ἀναδείχτηκε γρήγορα ὡς σημαντική πνευματική μορφή τῆς περιοχῆς. Τό 1913, ὅταν ὁ ἑλληνικός στρατός μπῆκε ἐλευθερωτής στη Βόρειο Ἤπειρο, ὁ ἴδιος ἦταν πού ὑποδέχτηκε στό Ἀργυρόκαστρο ὡς Ἐπίσκοπός τῆς περιοχῆς, τούς ἐπικεφαλῆς τοῦ στρατοῦ.

Στίς 10 Ἰανουαρίου 1914 μέ τήν ἰδιότητα τοῦ προέδρου τῆς Ἐπιτροπῆς Ἐθνικῆς Ἀμύνης Ἀργυροκάστρου καί Τεπελενίου, ὁ Μητροπολίτης Βασίλειος, ὡς ἐκ τῶν πραγμάτων ἡγέτης τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς περιοχῆς, συγκάλεσε Πανηπειρωτικό Συνέδριο στό Ἀργυρόκαστρο γιά τίς 30 Ἰανουαρίου. Ἕως τίς 5 Φεβρουαρίου ἐξέτασε ὅλες τίς δυνατότητες γιά εἰρηνική λύση τοῦ προβλήματος. Μή ἔχοντας ὅμως δυνατότητα γιά πολιτική λύση καί λόγω τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ Ἑλληνική κυβέρνηση θά ἦταν ὑποχρεωμένη νά δεχθεῖ τίς θέσεις τῶν Μεγάλων Δυνάμεων γιά τήν τύχη τῶν νησιῶν τοῦ Αἰγαίου, ἀποφάσισε τή σύσταση ἁρμοδίου ὀργάνου, πού θά ἀναλάμβανε ἔνοπλο ἀγώνα μέ σκοπό τήν Ἀνεξαρτησία. Γιά τόν σκοπό αὐτό, συγκρότησε «Ὀργανωτική Ἐπιτροπή», πού μέχρι νά συμπληρωθεῖ θά ἀποτελοῦνταν ἀπό τούς Μητροπολίτες Δρυϊνουπόλεως Βασίλειο, Βελλᾶς καί Κονίτσης Σπυρίδωνα καί Κορυτσᾶς Γερμανό. Στίς 15 Φεβρουαρίου 1914 σχηματίσθηκε στή θέση τῆς Ὀργανωτικῆς Ἐπιτροπῆς ἡ προσωρινή Κυβέρνηση τς Ατονόμου Βορείου πείρου μέ Πρόεδρο τόν Γεώργιο Χρηστάκη Ζωγράφο.

Ἱστορικά ἔχουν μείνει τά λόγια τοῦ Δρυϊνουπόλεως Βασιλείου ἐνώπιον πλήθους κόσμου, κατά τήν ὕψωση τῆς σημαίας τῆς Αὐτονομίας τῆς Βορείου Ἠπείρου στό Ἀργυρόκαστρο στίς 17 Φεβρουαρίου 1914.

Ὁ Μητροπολίτης  προχώρησε λίγα βήματα καί κοιτώντας τήν Ἑλληνική Σημαία πού κατέβαινε ἀργά-ἀργά, συγκινημένος τήν ἀποχαιρέτησε ἐκ μέρους τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Βορείου Ἠπείρου:

«Χάριν τῆς ὑπερτάτης Ἐθνικῆς ἀνάγκης κατεβιβάσθης, ὤ θεῖον ὄνειρον, ἠμῶν τε καί τῶν πατέρων μας γαλανόλευκή μας, ἐθνική μας Σημαία. Ἀλλά ἀντί Σοῦ δέν ἀνυψώνομεν ξένην, ἀλλά τήν θυγατέραν σου Ἠπειρωτικήν, προωρισμένην νά κατεσχίση κατά τῆς ἀλβανικῆς ἡμισελήνου».

Στήν προσωρινή Κυβέρνηση τῆς Αὐτονόμου Ἠπείρου, ἀνέλαβε τό Ὑπουργεῖο Παιδείας, μέχρι τήν ἐπάνοδο τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1914. Καί ὅταν ἐκλέχτηκαν οἱ πρῶτοι Βορειοηπειρῶτες Βουλευτές στίς 31 Μαίου 1915 στήν ἑλληνική βουλή, αὐτός ἦταν ἡ ψυχή τῆς ὅλης προσπάθειας ὥστε νά ἀποτελοῦν οἱ ἐκλεγέντες τήν φωνή τῆς πολυβασανισμένης πατρίδας των.

Τόν Αὔγουστο τοῦ 1916 ὁ Ἰταλικός Στρατός ἄρχισε νά καταλαμβάνει τήν Βόρειο Ἤπειρο, ἐκμεταλλευόμενος τόν Ἐθνικό Διχασμό στήν Ἑλλάδα. Στίς 22 Σεπτεμβρίου 1916 ὁ Μητροπολίτης Βασίλειος ἀπελάθηκε μέ βία ἀπό τίς ἰταλικές κατοχικές ἀρχές, ὡς "πικίνδυνος γιά τή δημόσια σφάλεια", ὅπότε μετέφερε τήν ἕδρα του στό Δελβινάκι τοῦ ἐλεύθερου Πωγωνίου (πάνω φώτο).

Ἐκοιμήθη στήν Ἀθήνα στίς 26 Φεβρουαρίου 1936 καί ἡ σορός του μεταφέρθηκε γιά νά ταφεῖ  στό Δελβινάκι 1 Μαρτίου , ὅπου πλῆθος κόσμου τόν συνόδεψε στήν τελευταία του κατοικία (κάτω φώτο).

Τό μνῆμα του βρίσκεται ἕως σήμερα στό προαύλιο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Κοιμήσεως Θεοτόκου στό Δελβινάκι Ἰωαννίνων, ὅπου κάθε χρόνο διοργανώνεται ἀπό τήν Μητρόπολη Δρυϊνουπόλεως ἐκδήλωση γιά τήν ἐπέτειο τῆς Αὐτονομίας τῆς Βορείου Ἠπείρου.

γράφει ο Χρ. Σιχλοιμίρης

Υ.Γ. Μέ ἀφορμή τίς 2 ἀνέκδοτες φωτογραφίες, πού μοῦ ἐμπιστεύθηκε  ἀσπρομάλλης ἑλληνόψυχος φίλος, ἄς εἶναι οἱ λίγες αὐτές γραμμές, εὐλαβικό «γονάτισμα» στό μνῆμα του, ἀναμένοντας τήν ἐλευθεριά στή σκλάβα τήν πατρίδα του.