Ὁμιλία Μητροπολίτου Δρυϊνουπόλεως Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης κ.κ. Ἀνδρέα γιὰ τὸ Βορειοηπειρωτικὸ στὴν Θεσσαλονίκη 30.11.2014


Μέχρι τοὺς Βαλκανικοὺς πολέμους (1912-13) ἡ Ἤπειρος ἦταν ἐνιαία. Δὲν ὑπῆρχε δηλαδὴ αὐτὸ τὸ κομμάτι ποὺ σήμερα ὀνομάζουμε ΒΟΡΕΙΟΣ ΗΠΕΙΡΟΣ. Γιὰ νὰ τὸ καταλάβετε εἶναι κάτι ἀνάλογο μὲ αὐτὸ ποὺ ἔγινε στὴν Κύπρο τὸ 1974, ὅπου μετὰ τὴν ἐπιδρομὴ τοῦ «Ἀττίλα» ἡ μεγαλόνησος χωρίσθηκε στὴν νότια, τὴν ἐλεύθερη δηλ. Κύπρο καὶ στὴν Βόρεια, τὴν Τουρκοκρατούμενη. Τὸ 1913 ἡ Ἤπειρος εἶχε ἐλευθερωθεῖ ὁλόκληρη ἀπὸ τὸν Τουρκικὸ ζυγό. Μάλιστα ἡ Χειμάρρα εἶχε ἀπὸ τὸ 1912 ἀποτινάξει τὴν σκλαβιά, νωρίτερα δηλ. καὶ ἀπὸ τὰ Γιάννενα, ποὺ ὅπως εἶναι γνωστό ἐλευθερώθηκαν στὶς 21 Φεβρουαρίου 1913. Τότε ὅμως, οἱ Μεγάλες Δυνάμεις τῆς ἐποχῆς πρωτοστατούσης κυρίως τῆς Ἰταλίας καὶ τῆς Αὐστρο-Οὐγγαρίας καὶ δημιούργησαν τὸ ἀνύπαρκτο μέχρι τότε κράτος τῆς Ἀλβανίας στὸ ὁποῖο συμπεριέλαβαν τὶς ἑλληνικὲς περιοχὲς τοῦ Ἀργυροκάστρου, τῆς Κορυτσᾶς, τῆς Χειμάρρας καὶ τῶν Ἁγ. Σαράντα. Ἔχουν παράδοση στὶς αὐθαιρεσίες καὶ στὶς ἀδικίες οἱ λεγόμενοι «Μεγάλοι», ποὺ συνεχίζονται μέχρι τὶς μέρες μας, ὅπως ὁ καθένας ἀσφαλῶς μπορεῖ νὰ τὸ διαπιστώσει. Καὶ αὐτὰ μὲν ἔκαναν οἱ «Μεγάλες Δυνάμεις».

            Ἀλλὰ οἱ Βορειοηπειρῶτες δὲν δέχθηκαν τὴν αὐθαιρεσία αὐτὴ καὶ ἐπαναστάτησαν. Καὶ στὶς 17 Φεβρουαρίου τοῦ 1914 ἐκήρυξαν ἀγῶνα ἐναντίον τῆς Ἀλβανικῆς κυριαρχίας. Ὁ ἀγῶνας αὐτὸς ποὺ ἔμεινε γνωστὸς στὴν ἱστορία ὡς Αὐτονομιακὸς Ἀγῶνας τῆς Βορείου Ἠπείρου εἶχε ἐπικεφαλῆς 3 Μητροπολίτες: Τὸν Δρυϊνουπόλεως Βασίλειο, τὸν Κορυτσᾶς Γερμανὸ καὶ τὸν Βελλᾶ καὶ Κονίτσης Σπυρίδωνα Βλάχο. Μάλιστα ὁ Σπυρίδων, ποὺ μετέπειτα ἔγινε Μητροπολίτης Ἰωαννίνων καὶ τέλος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν, ὑπῆρξε ἡ ψυχὴ τοῦ Ἀγῶνος ἐκείνου, διότι ἐνῷ ἦταν Συνοδικὸς στὴν Κων/πολη μόλις πληροφορήθηκε τὴν ἀναταραχὴ στὸν χῶρο τῆς Βορείου Ἠπείρου ἔφυγε ἀπὸ τὴν Βασιλεύουσα καὶ ἦλθε στὴν Βόρειο Ἤπειρο, ὅπου μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους δύο Μητροπολίτες καὶ ἄλλους ἐπιλέκτους Ἠπειρῶτες ἐκήρυξαν τὸν Αὐτονομιακὸ Ἀγῶνα στὸ Ἀργυρόκαστρο. Σχηματίστηκε Κυβέρνηση τῆς Αὐτονόμου Βορείου Ἠπείρου μὲ Πρόεδρο τὸν Γεώργιο Χρηστάκη Ζωγράφο καὶ μέλη ἐκτὸς τῶν ἄλλων τοὺς τρεῖς Μητροπολίτες ἐκ τῶν ὁποίων ὁ Σπυρίδων ἔγινε Ὑπουργὸς Παιδείας. Νὰ σημειωθεῖ ὅτι ὁ ἀείμνηστος Ἱεράρχης Σπυρίδων Βλάχος καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Ρουψιὰ Πωγωνίου τὸ ὁποῖο ἀνήκει στὴν ἡμετέρα Ἐκκλησιαστικὴ Ἐπαρχία. Ἡ Κυβέρνηση Ζωγράφου ἀπηύθυνε ἔκκληση γιὰ συμμετοχὴ στὸν ἀγῶνα ἐναντίων τῶν Ἀλβανικῶν συμμοριῶν. Πράγματι μὲ συγκινητικὴ προθυμία ἀνταποκρίθηκαν πολλοὶ φοιτητὲς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν ἀλλὰ καὶ νέοι ἀπὸ τὴν Κρήτη, τὴν Μάνη καὶ ἄλλες περιοχὲς τῆς Ἑλλάδος. Ἔτσι ἡ Ἐπανάσταση κατατροπώνοντας τοὺς Ἀλβανοὺς ἐπεκράτησε.

            Ἀλλὰ ἡ χαρὰ τῶν Βορειοηπειρωτῶν δὲν κράτησε γιὰ πολύ. Γιατὶ οἱ μεγάλες δυνάμεις ὑποχρέωσαν τὴν Ἑλληνικὴ Κυβέρνηση νὰ ἀποσύρει τὰ στρατεύματά της ἀπὸ τὴν Βόρειο Ἤπειρο. Ἔβαλαν δὲ ἕνα δίλημμα στὸν τότε Πρωθυπουργὸ Ἐλευθέριο Βενιζέλο καὶ τοῦ εἶπαν: Ἤ παίρνεις τὴν Βόρειο Ἤπειρο ἀλλὰ χάνεις τὰ νησιὰ τοῦ Αἰγαίου ἤ παίνρεις τὰ νησιὰ τοῦ Αἰγαίου καὶ χάνεις τὴν Βόρειο Ἤπειρο. Ὁ Ἕλληνας πολιτικὸς προτίμησε τὰ νησιὰ τοῦ Αἰγαίου μὲ τὴν σκέψη ὅτι ἀργότερα διὰ τῆς διπλωματικῆς ὁδοῦ θὰ μποροῦσε νὰ ἐνσωματώσει τὴν Βόρειο Ἤπειρο στὸν Ἐθνικὸ κορμό. Ἀτυχῶς αὐτὴ ἡ σκέψη δὲν κατορθώθηκε ποτὲ νὰ ὑλοποιηθεῖ. Ἔτσι ἀποσύρθηκε ὁ Ἑλληνικὸς Στρατός. Παρὰ ταῦτα καὶ μετὰ τὸν ἀγῶνα τῶν Βορειοηπειρωτῶν οἱ Μεγάλες Δυνάμεις ἀναγκάστηκαν νὰ ὑπογράψουν τὸ Πρωτόκολλο τῆς Κερκύρας στὶς 17 Μαΐου 1914 ποὺ προέβλεπε εὐρεία Αὐτονομία στοὺς Βορειοηπειρῶτες μέσα στὸ Κράτος τῆς Ἀλβανίας, ἡ ὁποία Ἀλβανία νὰ σημειωθεῖ ὑπέγραψε καὶ αὐτὴ τὸ ἐν λόγῳ Πρωτόκολλο.

            Στὰ τέλη τοῦ 1914 ξέσπασε ὁ Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Ὁ πόλεμος ποὺ εἶχε ὡς συνέπεια ἐκτὸς τῶν ἄλλων νὰ προκληθεῖ ἀναρχία καὶ χάος στὴν Ἀλβανία. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ οἱ Μεγάλες Δυνάμεις ἔδωσαν ἐντολὴ στὴν Ἑλλάδα νὰ ξαναστείλει στρατεύματα στὴ Βόρειο Ἤπειρο. Ἦταν ἡ 2η φορὰ ποὺ ὁ στρατός μας πατοῦσε στὰ πανάρχαια αὐτὰ ἑλληνικὰ ἐδάφη. Καὶ ἐνῷ θὰ ἦταν τότε δυνατὸν νὰ προσαρτήσει ἡ Ἑλλάδα τὴν πολύπαθη Βόρειο Ἤπειρο παρουσιάστηκε ἕνας νέος ἐχθρὸς ποὺ κατέτρωγε τὰ σπλάγχνα τοῦ Ἑλληνισμοῦ σὰν τρομακτικὴ ἔχιδνα. Ποιὸς ἦταν ὁ ἐχθρός; Ὁ διχασμός. Ὁ ἐθνικὸς διχασμός. Ἔτσι ὄχι μόνο τὴν Βόρειο Ἤπειρο δὲν ἐπήραμε, ἀλλὰ τελικῶς χάσαμε τὴν Ἰονία καὶ τὸν Πόντο μὲ πάνω ἀπὸ 1 ἑκατομμύριο θύματα τῆς τουρκικῆς θυριωδίας καὶ πάνω ἀπὸ ἑνάμιση ἑκατομμύριο πρόσφυγες  ποὺ ἦλθαν στὴν Ἑλλάδα ξεριζωμένοι γιὰ πάντα ἀπὸ τὶς προγονικές τους ἑστίες. Ἔτσι περνοῦσαν τὰ χρόνια μὲ τοὺς Ἀλβανοὺς νὰ ταλαιπωροῦν τοὺς Βορειοηπειρῶτες κυρίως κλείνοντας τὰ ἑλληνικὰ Σχολεῖα.

            Δημιουργήθηκε τὸ Σχολικὸ Ζήτημα. Ἡ Ἑλληνικὴ Ἐθνικὴ Κοινότητα προσέφυγε τὸ 1935 στὸ Διεθνὲς Δικαστήριο τῆς Χάγης καὶ κέρδισε τὴν ὑπόθεση, τὴν ὁποία ὅμως, ἡ Ἀλβανία ἔγραψε «εἰς τὰ παλαιότερα τῶν ὑποδημάτων της», ἐξακολουθώντας, ὑπογείως βέβαια, νὰ ὑπονομεύει τὴν ἐκπαίδευση τῶν παιδιῶν τῶν Βορειοηπειρωτῶν.

            Ἐν τῷ μεταξὺ τὸ 1937 μὲ κανονικὴ εἰσήγηση πρὸς τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο τοῦ τότε Μητροπολίτου Τραπεζοῦντος καὶ μετέπειτα Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Χρυσάνθου ὀργανώθηκε ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀλβανίας, ὁπότε ἐξελέγησαν ὁ Ἀργυροκάστρου Παντελεήμων καὶ ὁ Κορυτσᾶς Εὐλόγιος ὁ Κουρίλας, ὁ μετέπειτα Καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.

            Ἀλλὰ τὸ 1939 ξέσπασε ὁ Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Ἐνῷ στὶς 28 Ὀκτωβρίου 1940 ἡ Ἑλλάδα δέχθηκε τὴν ἀπρόκλητη ἐπίθεση τῆς φασιστικῆς Ἰταλίας. Ὅμως ὁ Στρατός μας ὑπὸ τὴν σκέπη τῆς Παναγίας, «τῆς Ὑπερμάχου Στρατηγοῦ μας» συνέτριψε τὸν Ἰταλικὸ στρατὸ καὶ οἱ νίκες ἄρχισαν νὰ διαδέχονται ἡ μία τὴν ἄλλη. Οἱ καμπάνες τῶν Ἐκκλησιῶν κάθε τόσο διαλαλοῦσαν. «Ἔπεσε ἡ Κορυτσᾶ!». «Ἔπεσε ἡ Πρεμετή», οἱ Ἅγιοι Σαράντα, ἡ Χειμάρρα, «Ἔπεσε τὸ Ἀργυρόκαστρο», «Ἔπεσε...», Ἔπεσε...». Ἡ Βόρειος Ἤπειρος ἔπλεε στὴν Γαλανόλευκη. Ὁ Στρατός μας παρὰ τὶς δυσκολίες προχωροῦσε. Καὶ στὰ μετόπισθεν χιλιάδες ἄνθρωποι ἔτρεχαν στοὺς Ναοὺς γιὰ νὰ εὐχαριστήσουν τὸν Θεὸ καὶ νὰ ψάλλουν «Τῇ Ὑπερμάχῳ Στρατηγῷ τὰ νικητήρια». Ὁ Ἑλληνικὸς Στρατὸς γιὰ 3η ἤδη φορὰ βρισκόταν στὰ ἱερὰ χώματα τῆς Βορείου Ἠπείρου.

            Ὅμως ἡ ἑλληνικὴ ἐκείνη χαρὰ δὲν ἐκράτησε γιὰ πολύ. Γιατὶ στὶς 6 Ἀπριλίου 1941 μᾶς ἐπιτέθηκε ἀναίτια ἡ ναζιστικὴ Γερμανία. Καὶ ὅπως ἦταν φυσικὸ ἄρχισε ἡ σύμπτυξη καὶ ἡ ὑποχώρηση τῶν Ἐνόπλων μας Δυνάμεων. Ἀλλὰ τότε οἱ Βορειοηπειρῶτες, ὅταν ἔβλεπαν τὸν Στρατό μας νὰ φεύγει καὶ ἀναλογιζόμενοι τὶ τοὺς περίμενε ἀπὸ τὴν μανία καὶ τὸν μισελληνισμὸ τῶν Ἀλβανῶν, ἔλεγαν μὲ δάκρυα στοὺς φαντάρους μας. «-Ἀδέλφια, ποῦ μᾶς ἀφήνετε καὶ φεύγετε;» Καὶ οἱ φαντάροι μας βαθειὰ συγκινημένοι ἀπαντοῦσαν. «-Ἀδέλφια θὰ ξανάρθουμε». Δυστυχῶς ὅμως, δὲν ξαναγύρισαν ποτέ.

ΕΝΒΕΡ ΧΟΤΖΑ, ΡΑΜΙΖ ΑΛΙΑ καὶ ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΣ

            Ἔπειτα ἦλθαν ἰδιαίτερα δίσεκτοι καιροὶ γιὰ τὸν Βορειοηπειρωτικὸ Ἑλληνισμό. Ἀμέσως μετὰ τὸ πόλεμο ἐπεκράτησε τὸ κομμουνιστικὸ καθεστὼς τοῦ Ἐνβὲρ Χότζα «ποὺ ἔφερε τὰ πάνω - κάτω». Ἐξεδίωξε τοὺς κανονικοὺς Ἀρχιερεῖς καὶ ἔβαλε ἄλλους ἀντικανονικούς, ποὺ εὐλογοῦσαν κάθε «Χοτζικὴ» παρανομία. Ἔκλεινε σιγὰ - σιγὰ τὰ ἑλληνικὰ Σχολεῖα, ἀπαγόρευε στοὺς Ἕλληνες νὰ μιλᾶνε τὴν μητρική τους γλῶσσα, κυριάρχησε παντοῦ ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος. Ὥσπου τὸ Νοέμβριο τοῦ 1967 ἡ Ἀλβανία ἀνακηρύχθηκε τὸ 1ο ἄθεο Κράτος στὸν κόσμο. Ἡ Ἐκκλησία κατ’ ἀρχήν: Οἱ Ἀρχιερεῖς ἀποσχηματίστηκαν ὅπως καὶ οἱ Ἱερεῖς, πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἐκτελέστηκαν ἤ πέθαναν μὲ μαρτυρικὸ θάνατο στὶς φυλακὲς καὶ στὶς ἐξορίες. Οἱ Ναοὶ ἤ γκρεμίστηκαν ἤ μεταβλήθηκαν σὲ ἀποθῆκες, κινηματογράφους, λέσχες, στάβλους, ψυχαγωγικὰ κέντρα, καὶ βέβαια - αὐτὸ θέλω νὰ τὸ προσέξετε ἰδιαίτερα ἀδελφοί - οἱ ἄνθρωποι ζοῦσαν καὶ φεῦγαν σὰν ζῶα. Ἀβάπτιστοι, ἀλειτούργητοι, ἀστεφάνωτοι καὶ ἀκήδευτοι. Δὲν ξέρω ἄν τὸ εἶχαμε αὐτὸ σκεφτεῖ καὶ συνειδητοποιήσει.

            Ἀλλὰ ἀκριβῶς τότε ὁ Θεὸς ἔστειλε τὸν ἄνθρωπό του, ποὺ θὰ γινόταν τὸ στόμα καὶ ὁ κήρυκας τῆς ἀλήθειας γιὰ τὸ ἐθνικὸ θέμα τῆς Βορείου Ἠπείρου. Καὶ αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἦταν ἕνας ἱερωμένος, ἕνας Ἐπίσκοπος. Ἦταν ὁ Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΣ ποὺ πίστευε καὶ ἔλεγε τὸν λόγο τοῦ θείου Ἀποστόλου Παύλου: «εἴτε πάσχει ἕν μέλος συμπάσχει πάντα τὰ μέλη» (Α΄ Κορ. ΙΒ΄ 26). Ὅταν δηλ. κάποιοι ὑποφέρουν καὶ δυστυχοῦν δὲν μποροῦμε καὶ δὲν πρέπει νὰ μένουμε ἀδιάφοροι. Ὁ ἴδιος ἔβλεπε τὸ δράμα καὶ ἔκουγε τὸ κλάμα τῶν ἴδιων τῶν Βορ/των ἀπὸ τοὺς φυγάδες, νέους κατὰ κανόνα, ποὺ κατέφευγαν στὴν Μητρόπολή του ρακένδυτοι, πεινασμένοι καὶ ἐξαθλιωμένοι μὲ τὸν τρόμο στὰ μάτια καὶ στὴν ψυχή, ἀπὸ ὅσα φοβερὰ καὶ ἀνομολόγητα διέπραττε μέσα, τὸ ἀδίστακτο δικτατορικὸ καθεστὼς τοῦ Χότζα καὶ τοῦ διαδόχου του Ραμὶζ Ἀλία. Ἔτσι ὁ Σεβαστιανὸς δὲν ἐδίστασε. Ἄρχισε νὰ περιοδεύει σ’ ὅλη τὴν Ἑλλάδα καὶ νὰ κάνει ὁμιλίες φλογερές καὶ κατατοπιστικὲς γιὰ νὰ διαφωτίσει τοὺς Ἕλληνες. Ἔγραψε βιβλία, φυλλάδια ἐπίκαιρα, ἐξαπέστελνε Ἐγκυκλίους, ἔστελνε ἐπιστολὲς urbi et orbi, καὶ ἔδινε συνεντεύξεις τονίζοντας πρὸς πᾶσαν κατεύθυνσιν ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ ἀδιαφοροῦμε ζῶντας στὴν καλοπέραση καὶ στὴν ἄνεσή μας ὅταν ἕνας λαός, ὁ Βορειοηπειρωτικὸς λαός, ζεῖ σὲ συνθῆκες διωγμοῦ γιατὶ θέλει νὰ εἶναι Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς καὶ Ἕλληνας. Τὰ θερμὰ χειροκροτήματα καὶ τὰ χιλιάδες μάτια ποὺ ἦσαν πλημμυρισμένα ἀπὸ δάκρυα  ἐπεκύρωναν τὶς συγκλονιστικὲς ἐπισημάνσεις τοῦ Ἱεράρχου.

            Κάποτε ὁ Σεβαστιανός, ἔβλεπε ὅτι ἔπρεπε νὰ διαφωτιστοῦν γιὰ τὸ ζήτημα καὶ οἱ λεγόμενοι «Μεγάλοι» τοῦ κόσμου, οἱ ὁποῖοι εἶναι μὲν πληθωρικοὶ στὰ λόγια, ἀλλὰ, ἀλλοίμονο!, μικροὶ καὶ τιποτένιοι στὴν πράξη. Ἔτσι πῆγε στὸ Λονδίνο, στὶς Βρυξέλλες, ἀκόμα καὶ στὸ Κογκρέσο τῶν Η.Π.Α. γιὰ νὰ τονίσει στοὺς ἁρμοδίους ὅτι: «Κύριοι, δὲν μπορεῖτε νὰ μιλᾶτε γιὰ δικαιοσύνη, γιὰ δημοκρατία καὶ γιὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα, ὅταν ἀνέχεσθε μέσα στὴν καρδιὰ τῆς Εὐρώπης, ὑπερμεσοῦντος τοῦ 20οῦ αἰῶνος, νὰ στερεῖται ἐλευθερίες στοιχειῶδεις ἕνας εὐγενῆς καὶ πολιτισμένος λαός, ὅπως εἶναι ὁ Βορειοηπειρωτικὸς Ἑλληνισμός. Γι’ αὐτὸν τὸν Ἑλληνισμὸ ὁ ἀοίδιμος Ἱεράρχης ὀργάνωσε καὶ δύο, μὲ ἐξαιρετικὴ ἐπιτυχία, συνέδρια, τὸ 1987 καὶ τὸ 1990 ποὺ ἔκαναν αἴσθηση σὲ ὅλον τὸν Ἑλληνισμό καὶ ἐντὸς καὶ ἐκτὸς τῶν συνόρων.

            Προσέξτε ὅμως, τώρα. Γιὰ ὅλα αὐτὰ ὁ Σεβαστιανὸς δέχθηκε τόνους συκοφαντικῆς λάσπης, ὕβρεις καὶ προπηλακισμούς, ἐνῷ κάποιοι κύκλοι ἐπεδίωκαν καὶ αὐτὴν τὴν φυσική του ἐξόντωση. Πρέπει ὅμως, νὰ σημειωθεῖ ὅτι αὐτὴ ἡ λυσσαλέα ἀντίδραση δὲν προερχόταν τόσο ἀπὸ τοὺς Ἀλβανούς, οἱ ὁποῖοι στὸ κάτω - κάτω τὴν δουλειά τους κάνανε, ὅσο καὶ κυρίως ἀπὸ τοὺς ἐν Ἑλλάδι φιλοαλβανούς, οἱ ὁποῖοι φορῶντας γυαλιὰ διαφόρων χρωματικῶν ἀποχρώσεων ἔλεγαν καὶ φώναζαν: «-Καλὰ περνᾶνε οἱ Βορειοηπειρῶτες. Ὅλα τὰ ἔχουν. Γιατὶ φωνάζει ὁ Σεβαστιανός;» Τὰ ἔλεγαν ὅμως, αὐτὰ ἐδῶ, ποὺ ἦσαν χορτασμένοι καὶ τὰ πορτοφόλια τους γεμᾶτα καὶ εἶχαν καὶ ἐλευθερία. Καὶ τὰ ἔλεγαν γιὰ ἐκείνους ποὺ βίωναν αὐτὸ τὸ δρὰμα γιὰ χρόνια ὁλόκληρα. Αὐτό, ἀγαπητοί μου, εἶναι ἕνα δεῖγμα ἑνὸς ἄθλιου λαϊκισμοῦ, ποὺ ἀνήκει, ἄς ἐλπίσουμε, ὁριστικὰ καὶ ἀμετάκλητα στὸ παρελθόν.

            Ὅταν στὰ τέλη τοῦ 1990 μὲ ἀρχὲς τοῦ 1991 ἄρχισαν νὰ πέφτουν καὶ στὴν Ἀλβανία τὰ ἠλεκτροφόρα συρματοπλέγματα, μὲ τὰ ὁποῖα ἦταν ζωσμένη ἀπ’ ἄκρη σ’ ἄκρη ὅλη ἡ Χώρα, ὁ Σεβαστιανὸς ἔγινε κυριολεκτικὰ «λάστιχο», τρέχοντας ἀπὸ καταυλισμὸ σὲ καταυλισμό μέχρι τοὺς Φιλιάτες καὶ πιὸ πέρα γιὰ νὰ μιλήσει καὶ νὰ ἐμψυχώσει τοὺς Βορειοηπειρῶτες φυγάδες, νὰ τοὺς προσφέρει ἐσώρουχα καὶ ροῦχα, εἴδη ὑγιεινῆς, τρόφιμα καὶ χρήματα. Κάπου πρὸς τοὺς Φιλιάτες σὲ ἕναν καταυλισμό, συνήντησε περίπου 100 βορειοηπειρωτόπουλα. Τὰ μάτια τους ἀγριεμένα. Τὸ πρόσωπό τους σκοτεινό. Γιατὶ ἔβλεπαν ὅτι ξεκινοῦσε μία περιπέτεια ποὺ δὲν ἤξερα τὶ καὶ ποῦ θὰ ἔβγαζε. Τοὺς πλησίασε. Τοὺς κοίταξε μὲ τὰ ἐκφραστικά του μάτια. Τοὺς χαμογέλασε. (Ξέρετε τὸ χαμόγελο στὴ Βόρειο Ἤπειρο εἶναι εἶδος ἐν ἀνεπαρκείᾳ. Δὲν χαμογελοῦσαν οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖ. Γιατὶ νὰ χαμογελάσουν; Γιὰ τὴν δυστυχία ποὺ περνοῦσαν; ) Χαμογέλασε, λοιπόν. Τοὺς μίλησε πατρικά. Τοὺς ἔδωσε τὰ δῶρα τῆς ἀγάπης του. Καὶ στὸ τέλος, (ἦταν συγκινητικὸ γιὰ αὐτὰ τὰ παιδιὰ ποὺ πρώτη φορὰ ἔβλεπαν κληρικό) ἔσκυψαν νὰ τοῦ φιλήσουν τὸ χέρι καὶ ἀπὸ τὰ μάτια κάποιων ἀπ’ αὐτὰ τὰ παιδιὰ ἔσταξαν δάκρυα στὸ χέρι τοῦ ἀγωνιστοῦ Ἱεράρχη, δεῖγμα ὅτι εὐγνωμονοῦσαν τὸν ἄνθρωπο ἐκεῖνο ποὺ στάθηκε γερὸ ἀντιστήριγμα σ’ ἐκεῖνον τὸν ἀγῶνα καὶ σὲ ἐκείνην τὴν προσπάθεια ποὺ ξεκινοῦσε. Ὁ Σεβαστιανὸς καὶ ὁ Θεὸς ἦταν πλέον σύμμαχοί τους καὶ βοηθοί τους!

            Καὶ πρέπει νὰ σᾶς πῶ, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἀπὸ τὰ τίμια χέρια τοῦ Ἱεράρχου πέρασαν τότε περισσότερο ἀπὸ ἕνα δισεκατομμύριο δραχμές, ποὺ τοῦ ἔστελναν πολλοὶ ποὺ εἶχαν βαθειὰ συγκινηθεῖ ἀπὸ τὸ δράμα τῶν Βορειοηπειρωτῶν. Ὅλα αὐτὰ τὰ χρήματα διετέθησαν γιὰ τοὺς φυγάδες. Καὶ ὄχι μόνον Βορ/τες φυγάδες, ἀλλὰ καὶ Ἀλβανοὺς φυγάδες, ποὺ στὸν ἀκρίτα Ἱεράρχη ἔβρισκαν ἀποκούμπι. Πόσοι δὲ φιλοξενήθηκαν στὰ Ἱδρύματα τῆς Μητροπόλεώς του δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ περιγραφεῖ. Καὶ παρ’ ὅτι ὁ ἴδιος ζοῦσε πτωχικά, χαρὰ του ἦταν νὰ δίνει καὶ προσφέρει ἀνταπόκριση στοὺς ἐμπεριστάτους ἀδελφούς. Τέλος τὸ 1991 ἵδρυσε Ραδιοφωνικὸ Σταθμὸ στὴν Κόνιτσα τὸ «Ράδιο Δρυϊνούπολη», ὥστε ἡ φωνή του νὰ φθάνει «ἐπὶ πτερύγων ἀνέμων» στὴν πολύπαθη βορειοηπειρώτικη γῆ γιὰ νὰ τονώνονται ὅσοι ἐξακολουθοῦσαν νὰ ζοῦν καὶ νὰ παραμένουν ἐκεῖ. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ὅταν κάποτε ὁ Ραμὶζ Ἀλία διεμήνυσε ὅτι μποροῦν ὅλοι νὰ ἔλθουν στὴν Ἀλβανία ἐκτὸς ἀπὸ τὸν παπα-Σεβαστιανὸ (ἔτσι τὸν ἔλεγαν), ὁ Σεβαστιανὸς τοῦ  ἀπήντησε ἀμέσως: - Ἐσὺ δὲν μ’ ἀφήνεις νὰ ρθῶ, ἀπόψε ὅμως, θὰ εἶμαι στὰ σπίτια ὅλων τῶν Βορειοηπειρωτῶν μέσῳ τοῦ Ραδιοφωνικοῦ Σταθμοῦ.

            Ὁ Μητροπολίτης Σεβαστιανὸς ἐκοιμήθῃ ἐν Κυρίῳ στὶς 6:35 τὸ 1992, 12 Δεκεμβρίου. Ἐκοιμήθη στὸ Πανεπιστημιακὸ Νοσοκομεῖο Ἰωαννίνων, ὅπου νοσηλευόταν, ἔχοντας προσβληθεῖ ἀπὸ τὴν νόσο τοῦ καρκίνου. Μᾶς ἄφησε, ὅμως, πολύτιμες ὑποθῆκες μὲ τὴν περιλάλητη διαθήκη του, τὴν ὁποία συνέταξε δυόμιση μῆνες πρὶν ἀπὸ τὴν ὁσιακὴ κοίμησή του. Ἄς εἶναι ἀγήρως καὶ αἰωνία ἡ μνήμη του. Πάντως ἡ βροντώδης φωνή του θὰ ἀκούγεται ἀπὸ τὸ ἀκριτικὸ Μαυρόπουλο, ὅπου κάθε χρόνο τελοῦσε τὴν Ἀνάσταση καθὼς καὶ ἀπὸ τὴν Ἱ. Μονὴ τῆς Μολυβδοσκέπαστης στὴν ἀγρυπνία τοῦ Δεκαπενταυγούστου, ἀπ’ ὅπου ἔστελνε μηνύματα πίστεως στοὺς Βορειοηπειρῶτες ὅτι μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ τὶς πρεσβεῖες τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου θὰ ἔλθει τὸ ποθούμενο, ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. Γιατὶ ὁ ἀοίδιμος ἐπίστευε βαθειὰ στὴ δύναμη τῆς προσευχῆς.

Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟ ΒΟΡΕΙΟΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟ ΚΑΙ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΛΥΣΗ

            Ἀλλά, ὅπως λέει ἕνα ὡραῖο σύνθημα τῆς Σ.Φ.Ε.Β.Α. «τὸ Βορειοηπειρωτικὸ δὲν τελείωσε μὲ τὸν Σεβαστιανό. Μὲ τὸν Σεβαστιανὸ ἄρχισε». Ἔτσι συνεχίζεται καὶ σήμερα, μὲ ἄλλες βέβαια συνθῆκες καὶ μὲ ἄλλες προοπτικές, ἀπὸ τὸν ΠΑ.ΣΥ.Β.Α., τὴν Σ.Φ.Ε.Β.Α., τὸν ὑποφαινόμενο καὶ ἄλλους, ποὺ ἐνδιαφέρονται καὶ ἀγαποῦν τὴν Βόρειο Ἤπειρο. Σήμερα ἡ κατάστασις διαγράφεται ὡς ἑξῆς:

            1) «Ἡ Ὁμόνοια». Ἡ ὀργάνωση αὐτὴ τῶν Βορειοηπειρωτῶν ἔχει δυστυχῶς διασπαστεῖ ἀπὸ τὰ φιλότιμα, τὶς ξεσυνέρειες καὶ τὶς φιλοδοξίες τῶν ἡγετικῶν της στελεχῶν. Καὶ πρέπει νὰ σᾶς πῶ χωρὶς περιστροφὲς ὅτι σ’ αὐτὴ τὴν διάσπαση ἔχουν τὴν εὐθύνη τους καὶ τὰ ἐν Ἑλλάδι κόμματα ἐξουσίας. Ἐμεῖς ἀγωνιζόμαστε καὶ προσπαθοῦμε γιὰ τὴν ἐπανένωση τῆς Ὀργανώσεως χωρὶς ὅμως νὰ ἔχουμε μέχρι στιγμῆς κάποιο θετικὸ ἀποτέλεσμα. Ἐλπίζουμε νὰ πρυτανεύσει τελικῶς ἡ λογική, ὅπως λέει ἕνα σύνθημα: «Λαὸς ἑνωμένος, ποτὲ νικημένος». Ἐγὼ πιστεύω ὅτι οἱ Βορειοηπειρῶτες ὄχι μόνο εἶναι Ἕλληνες, ἀλλὰ ἀγαποῦν τὴν Βόρειο Ἤπειρο καὶ τὴν Ἑλλάδα. Αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ κάνουν νὰ τὸ κάνουν.

            2) Οἱ περιουσίες τῶν Βορ/των. Βρίσκονται στὸ στόχαστρο τῶν Ἀλβανῶν, οἱ ὁποῖοι ἐκμετταλευόμενοι τὴν ἀπουσία πολλῶν ποὺ βρίσκονται στὴν Ἑλλάδα γιὰ ἐργασίες, παρουσιάζουν διάφορα φιρμάνια δῆθεν σουλτανικά, καὶ ἁρπάζουν τὰ κτήματα καὶ τὰ χωράφια τους. Ἐδῶ νὰ συμπληρώσουμε ὅτι παρὰ τὰ ἐπανειλημένα διαβήματα τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Τιράννων κ. Ἀναστασίου, ἡ Ἀλβανικὴ Κυβέρνηση δὲν στέργει νὰ ἀποδώσει στὴν Ἐκκλησία τῆν περιουσία της, τὴν ὁποία εἶχε δημεύσει ὁ Ἐνβὲρ Χότζα.

            3) Ἡ δολοφονία πρὸ τετραετίας ἑνὸς Ἕλληνα Χειμαρριώτη ἀπὸ φανατικοὺς Ἀλβανοὺς ἐξτρεμιστὲς ἔφερε ξανὰ στὸ προσκήνιο τὸ δράμα τῆς ἡρωϊκῆς Χειμάρρας ποὺ ὁ Χότζα τῆς ἀφήρεσε βίαια τὴν ἑλληνικὴ ὑπηκοότητα τὸ 1946, ἐπειδὴ οἱ Χειμαρριῶτες ἀρνήθηκαν νὰ συμμετάσχουν στὸ ψευτοδημοψήφισμα τοῦ Ἀλβανοῦ δικτάτορα. Τώρα ἕναν «Καλλικράτη» ποὺ ἐπεξεργάζονται ἐκεῖ, προσπαθοῦν νὰ βάλουν ἀλβανικὲς περιοχὲς μαζὶ μὲ τὴ Χειμάρρα καὶ ἄλλες ἑλληνόφωνες καὶ ἑλληνόψυχες περιοχές, μὲ μοναδικὸ σκοπὸ νὰ ἀλλοιωθεῖ ὁ ἐθνικὸς χαρακτήρας τῶν Βορειοπειρωτῶν. Καὶ ἄν ἡ Ἑλλάδα δὲν σπεύσει ἡ Βόρειος Ἤπειρος, ἀδελφοί μου, θὰ χαθεῖ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο. Θὰ εἶναι αἶσχος γιὰ τὴν Ἑλλάδα ἄν γίνει κάτι τέτοιο. Πρέπει νὰ σπεύσει ἡ Ἑλλάδα νὰ σώσει τὸν Βορειοηπειρωτικὸ Ἑλληνισμό. Ἔχουμε ρωτήσει καὶ ρωτᾶμε πολλὲς φορὲς τὴν ἑκάστοτε πολιτικὴ ἡγεσία τῆς Χώρας: Ἡ Χειμάρρα, τὸ Ἀργυρόκαστρο, ἡ Κορυτσᾶ, οἱ Ἅγιοι Σαράντα εἶναι ἑλληνικὲς περιοχές, ναὶ ἤ ὄχι; Πιστεύουμε μὲ τὴν Ἀλβανία ὅτι εἶναι ἀλβανικὲς περιοχές; Δυστυχῶς στὰ ἐπίμονα ἐρωτήματά μας ἡ ἀπάντησή μας εἶναι αὐτὴ ποὺ ἔχετε πάρει ἐσεῖς. Δὲν πήρατε καμμιὰ ἀπάντηση, οὔτε ἐμεῖς πήραμε καμμιὰ ἀπάντηση. Φωνάζουμε «εἰς ὦτα μὴ ἀκουόντων».

            4) Οἱ Ἑλληνοβλάχοι ποὺ ζοῦν στὴν Ἀλβανία ἀνέρχονται σὲ 250.000 μὲ 300.000. Παρὰ δὲ τὰ διαβήματά μας καὶ ἡ Ὁμόνοια δὲν τοὺς ἔχει ἀκόμα προσεταιριστεῖ, τουλάχιστον ὅσο θὰ ἔπρεπε, ἀφοῦ αὐτὸ θὰ εἶχε σὰν συνέπεια τὴν ἐντυπωσιακὴ ἄνοδο τοῦ Βορειοηπειρωτικοῦ Ἑλληνισμοῦ.

            5) Οἱ Τσάμηδες.  Εἶναι ἕνα ζήτημα ποὺ βρίσκεται σὲ ἔξαρση τὸν τελευταῖο καιρό. Τσάμηδες λέγονται οἱ Μουσουλμάνοι κάτοικοι τῆς Θεσπρωτίας ποὺ ὀνομάστηκαν ἔτσι ἀπὸ παραφθορὰ τοῦ ὀνόματος Θύαμις, ποὺ εἶναι τὸ ἀρχαῖο ὄνομα τοῦ ποταμοῦ Καλαμᾶ. Οἱ Τσάμηδες στὰ χρόνια τῆς Κατοχῆς συμμάχησαν πρῶτα μὲ τοὺς Ἰταλοὺς καὶ κατόπιν μὲ τοὺς Γερμανοὺς κατακτητές, ἔθυσαν δὲ καὶ ἀπώλεσαν καὶ κυριολεκτικὰ ἐρήμαξαν τὴν περιοχὴ τῆς Θεσπρωτίας. Γι’ αὐτὸ ὅταν τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1944 οἱ Γερμανοὶ ἡττημένοι ἄρχισαν νὰ φεύγουν ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα, οἱ Τσάμηδες τοὺς ἀκολούθησαν ἀναλογιζόμενοι ὅτι ἔπρεπε νὰ λογοδοτήσουν γιὰ τὰ φρικτὰ ἐγκλήματά τους, ἕνα ἀπὸ τὰ ὁποῖα εἶναι ἡ Ἐκτέλεση τῶν 49 Προκρίτων τῆς Παραμυθιᾶς τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1943. Τὸ Στρατοδικεῖο Ἰωαννίνων κατεδίκασε, ὅπως ἦταν φυσικό, τοὺς ἐγκληματίες Τσάμηδες καὶ ἐπεδίκασε τὶς περιουσίες τους ποὺ τὶς εἶχαν ἁρπάξει ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες νὰ δοθοῦν στοὺς νομίμους κατόχους τους, τοὺς Ἕλληνες. Σήμερα οἱ Τσάμηδες, ὑποκινούμενοι, ὑπογείως βεβαίως, ἀπὸ τὸ Ἀλβανικὸ καθεστὼς ἔχουν «σηκώσει κεφάλι» καὶ διεκδικοῦν χωράφια καὶ περιουσίες. Μάλιστα ἐδῶ καὶ λίγα χρόνια ἔχουν ἀνακηρύξει τὴν 27η Ἰουνίου ὡς ἡμέρα δῆθεν γενοκτονία τους ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες. Βέβαια ἡ ἑλληνικὴ Πολιτεία ἔχει κατ’ ἐπανάληψιν διακηρύξει ὅτι τὸ «Τσάμικο» εἶναι θέμα «κλειστό» γιὰ τὴν Ἑλλάδα. Ἀλλὰ μὲ τὸ «πές, πές, πές» δὲν γνωρίζει κανεὶς ποιὰ κατάληξη θὰ ἔχει τὸ ζήτημα αὐτό. Ἐμεῖς τὸ παρακολουθοῦμε στενά, καὶ πρέπει νὰ σᾶς πῶ, ὅτι ὁ Ἀντιπρόεδρος τοῦ ΠΑ.ΣΥ.Β.Α., ὁ κ. Ἀπ. Παπαθεοδώρου ἔχει ἐκδόσει ἕνα πολὺ ἐνδιαφέρον βιβλίο σχετικὰ μέ τοὺς «Τσάμηδες» καὶ διαφωτίζει γιὰ τὴν κατάσταση ποὺ ὑπάρχει σήμερα.

            6) Ὑπάρχει τὸ ζήτημα τῶν Συντάξεων τοῦ Ο.Γ.Α. καὶ ἡ Ταυτότητα τοῦ Ὁμογενοῦς. Γιὰ τὶς Συντάξεις τοῦ Ο.Γ.Α. πρὸ ὀλίγων ἐτῶν ὑπῆρχε μιὰ Νομοθεσία σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία γιὰ νὰ πάρει αὐτὴν τὴ σύνταξη ἕνα ἡλικιωμένος Βορειοηπειρώτης ἔπρεπε νὰ κατοικεῖ μονίμως στὴν Ἑλλάδα. Ἀλλὰ ἦταν φανερὸ τὸ ἐν λόγῳ μέτρο θὰ ἐπέφερε τὴν ἐρήμωση τῆς Βορείου Ἠπείρου. Γιατί, ὅπως συμβαίνει καὶ στὰ χωριὰ ἐδῶ τῆς Ἑλλάδος, ὅταν φεύγουν οἱ γέροντες τὰ σπίτια κλείνουν ἕνα - ἕνα. Καὶ ὅσα σπίτια κλείνουν, δυστυχῶς, δὲν ξανανοίγουν ποτέ. Διαμαρτυρήθηκα ἐντόνως γι’ αὐτὸ τὸ ἀσυνάρτητο σχέδιο. Ὑπῆρξαν καὶ ἄλλες διαμαρτυρίες. Ἀλλὰ ὁ Ο.Γ.Α. ἐπιμένει στὸ θέμα τῆς μόνιμης διαμονῆς τῶν Βορειοηπειρωτῶν στὴν Ἑλλάδα. Καὶ ἐπειδὴ οἱ Βορειοηπειρῶτες δὲν θέλουν καὶ δὲν μποροῦν νὰ μένουν μόνιμα στὴν Ἑλλάδα ὁ Ο.Γ.Α. διακόπτει τὴν σύνταξη ποὺ ἔχει χορηγηθεῖ. Μπράβο στὴν Ἑλλάδα! Ἔτσι δείχνει τὴν ἀγάπη της στὰ παιδιά της. Εἶναι ντροπὴ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα ποὺ γίνεται. Τελευταῖα προέκυψε καὶ τὸ ζήτημα τῆς Ταυτότητος τοῦ Ὁμογενοῦς. Δηλ. γιὰ νὰ πάρουν οἱ Βορ/τες τὸ Δελτίο αὐτὸ τῆς Ταυτότητος, χρειάζεται νὰ διαμένουν στὴν Ἑλλάδα. Αὐτὸ σημαίνει ν’ ἀφήσουν τὸν τόπο ποὺ γεννήθηκαν, ζοῦν καὶ ἐργάζονται, καὶ νὰ ἔλθουν στὴν Ἑλλάδα. Καὶ ἐνῷ μέχρι σήμερα ὁ κάθε Βορ/της μποροῦσε εὔκολα νὰ πάρει τὴν ταυτότητα ὁμογενοῦς, ἀρκεῖ νὰ δήλωνε μιὰ διεύθυνση σὲ φιλικὸ ἤ συγγενικό του σπίτι στὴ Χώρα μας, τώρα πρέπει νὰ προσκομίσει τὸ Συμβόλαιο τοῦ σπιτιοῦ ποὺ κατοικεῖ, ἤ ἄλλο ἀποδεικτικὸ στοιχεῖο, ὅπως ἀποδείξεις πληρωμῆς τηλεφώνου, ρεύματος, κοινοχρήστων κ.λ.π. Τώρα ἄν αὐτὸ λέγεται «ὑπερήφανη ἐξωτερικὴ πολιτική» ἄς τὸ κρίνετε ἐσεῖς.

            Τελειώνοντας τὴν παροῦσα ὁμιλία μου αἰσθάνομαι χρέος νὰ σᾶς πῶ δυὸ πράγματα. Πρῶτο: Ὁ ΠΑ.ΣΥ.Β.Α. καὶ ἡ Σ.Φ.Ε.Β.Α , ὅπως τὸ ἀκούσατε καὶ προηγουμένως εἶναι παιδιὰ τοῦ Σεβαστιανοῦ, ποὺ τὰ γέννησε ἡ ἀνάγκη συντονισμοῦ τοῦ ἀγώνα γιὰ τὰ δίκαια καὶ τὰ δικαιώματα τῶν ἀδελφῶν τῆς Βορείου Ἠπείρου. Σὲ κάποια ἄκρη, κάπου ἐδῶ ἔξω στὸ χῶρο τοῦ Πανεπιστημίου, θὰ δεῖτε ἴσως κάποια παιδιὰ τῆς Σ.Φ.Ε.Β.Α. νὰ διαθέτουν σχετικὸ ὑλικὸ καὶ κυρίως ἕνα μικρὸ νέο τεῦχος ποὺ ἀναφέρεται στὸν ἀοίδιμο Ἱεράρχη Σεβαστιανό, καὶ ἕνα CD μὲ τραγούδια ποὺ ἐξέδωσε ἡ Μητρόπολή μας. Θὰ ἤθελα νὰ μὴν τὰ προσπεράσετε ἀδιάφορα αὐτὰ τὰ παιδιά. Νὰ ξέρετε μόνο ὅτι μόνο μ’ αὐτὰ τὰ πενιχρὰ ἔσοδα ἐργάζονται τὸν καλὸ ἐθνικὸ ἀγῶνα. Μόνον μ’ αὐτά, ἀφοῦ δὲν ἔχουν πρόσβαση στὸν κρατικὸ κορβανά, οὔτε σὲ ἄλλες ἀδιαφανεῖς πηγές.

            Μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν σύντομη σύσταση σᾶς λέω τὸ δεύτερο: Ὅτι γιὰ τὸν ΠΑ.ΣΥ.Β.Α., τὴν Σ.Φ.Ε.Β.Α. καὶ ἐμένα ἡ λύση τοῦ Βορειοηπειρωτικοῦ εἶναι ἀρχικῶς μὲν ἡ Αὐτονομία, τελικῶς δὲ ἡ Ἕνωση τῆς Βορείου Ἠπείρου μὲ τὴν μητέρα Ἑλλάδα. Τὸ θέμα τῆς ἑνώσεως τῆς Βορείου Ἠπείρου μὲ τὴν Ἑλλάδα, εἶχε τεθεῖ τὸ 1992, τὸ εἶχε θέσει ὁ μακαριστὸς προκάτοχός μου ὁ Σεβαστιανός, σὲ μία σύσκεψη Βορειοηπειρωτικῶν Σωματείων ποὺ ὁρισμένοι ἐξ’ αὐτῶν εἶχαν ἔλθει καὶ ἀπὸ τὴν Ἀμερική. Τοὺς εἶπε λοιπόν γιὰ τὴν Ἕνωση. Τρόμαξαν, μόλις ἄκουσαν. Εἶπαν ὄχι Ἕνωση. Καὶ τότε ὁ ἀείμνηστος εἶπε. Νὰ θέσουμε σὰν στόχο τὴν Αὐτονομία. Πίσω ἀπὸ τὴν Αὐτονομία δὲν ὑποχωρῶ. Καὶ αὐτὰ μὲν τότε, πρὶν ἀπὸ 20 καὶ πλέον χρόνια. Ἀλλὰ τὰ ἀνθελληνικὰ γεγονότα ποὺ συνεχῶς πληθαίνουν, μὲ ἀποκορύφωμα ἐσχάτως τὶς βιαιότητες τῆς Πρεμετῆς, ποὺ ἅρπαξαν τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τοὺς Ὀρθοδόξους καὶ τοὺς πέταξαν ἔξω μαζὶ μὲ ὅλα τὰ σκεύη τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ αὐτὰ ποὺ ἔγιναν τώρα τελευταία, μετὰ τὸν Ποδοσφαιρικὸ Ἀγῶνα τῶν ὁμάδων Σερβίας - Ἀλβανίας, ποὺ κατόπιν ξέσπασαν ἐναντίων τῶν κατοίκων τῆς ἑλληνόφωνης καὶ ἑλληνόψυχης Δερβιτσάνης, δείχνουν ὅτι ἐὰν δὲν γίνει ἡ Ἕνωση τῆς Βορείου Ἠπείρου μὲ τὴν Ἑλλάδα, ἀδελφοί, «οὐκ ἔσται παῦλα τῶν δεινῶν». Δὲν θὰ σταματήσει τὸ κακό. Θὰ συνεχίζεται. Αὐτὸ τὸ ἕνα. Τώρα γιὰ ὅλους ἐμᾶς ποὺ συνεχίζουμε νὰ φέρουμε τὴν βαρειὰ κληρονομιὰ τοῦ Σεβαστιανοῦ, ἰσχύει ὅπως πολλὲς φορὲς τὸ ἔχουμε πεῖ ὁ λόγος τοῦ ποιητῆ. Ὁ Σεβαστιανὸς δὲν πέθανε, οὔτε κοιμᾶται. Οὔτε ὑπάρχουν πλέον σύνορα γι’ αὐτόν. Μά, κάθε βράδυ, τώρα, περπατεῖ στὴ γῆ τῶν τόσο στεναγμῶν, καὶ σπίτι - σπίτι, καὶ χωριὸ - χωριό, κι ὥς πέρα, περνάει τὴ νύχτα καὶ εὐλογάει. Κι ἀκόμα. Καὶ στὰ ὀνείρατα ἀκόμα καὶ τῶν παιδιῶν καὶ τῶν μανάδων φυσάει τὴν φλόγα δυνατά. Τὴ φλόγα ποὺ λέει: Ἀδέλφια κουράγιο. Οἱ καμπάνες χτυποῦν Ἀνάσταση ! Ζήτω ἡ Ἕνωση τῆς Βορείου Ἠπείρου μὲ τὴν Ἑλλάδα!