Βασίλης Σαχίνης


Συμπληρώνονται φέτος ἑβδομήντα (70) χρόνια ἀπὸ τὴν δολοφονία τοῦ ἐθνικοῦ ἀγωνιστῆ ΒΑΣΙΛΗ  ΣΑΧΙΝΗ ἀπὸ τοὺς κομμουνιστὲς τοῦ Ἐνβὲρ Χότζα, ὁ ὁποῖος προετοίμαζε μεθοδικὰ τὴν κατάληψη τῆς ἐξουσίας, ἐξοντώνοντας τοὺς Ἕλληνες πατριῶτες ἀγωνιστές.

            Χρόνια ἰδιαίτερα δύσκολα τὰ χρόνια ἐκεῖνα, κάτω ἀπὸ τὴν κυριαρχία τῶν Ἰταλῶν καὶ Γερμανῶν κατακτητῶν. Οἱ Βορειοηπειρῶτες, ποὺ εἶχαν δῆ, πρὸς στιγμήν, τὴν ἰδιαίτερη πατρίδα τους νὰ ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὸν νικηφόρο Ἑλληνικὸ Στρατό, τὸ 1940-41, μετὰ τὴν ἐπίθεση τῆς ναζιστικῆς Γερμανίας (1941) καὶ τὴν ὑποχώρηση τοῦ Στρατοῦ μας ἀπὸ τὰ ἱερὰ ἐδάφη τῆς Βορείου Ἠπείρου, βρέθηκαν ξανὰ κάτω ἀπὸ τὸν καταθλιπτικὸ ζυγὸ τῶν ξένων κατακτητῶν. Μὰ τὸ χειρότερο ἦταν ὅτι εἶχαν νὰ παλέψουν καὶ μὲ τὸν μισελληνισμὸ τῶν Ἀλβανῶν. Γιατὶ οἱ τύραννοὶ τους δὲν μποροῦσαν νὰ παραδεχθοῦν τὸ ὅτι οἱ Βορειοηπειρῶτες εἶχαν ὑποδεχθῆ μὲ ἔξαλλο ἐνθουσιασμὸ τοὺς φαντάρους μας, ποὺ κατεδίωκαν τοὺς Ἰταλοὺς ἐπιδρομεῖς.  Οἱ Ἀλβανοὶ ἤθελαν τὴν Βόρειο Ἤπειρο ἀλβανική. Κι’ οἱ Βορειοηπειρῶτες διεκήρυσσαν, μὲ ἔργα καὶ μὲ λόγια τὸν προαιώνιο δεσμό τους μὲ τὴν Ἑλλάδα. Τὸ μῖσος φώλιαζε στὶς καρδιὲς τῶν Ἀλβανῶν καὶ ζητοῦσε ἐκδίκηση.  

            Γι’ αὐτό, οἱ Βορειοηπειρῶτες, ὅταν ἔβλεπαν, τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1941, τοὺς φαντάρους μας νὰ συμπτύσσωνται καὶ νὰ ὑποχωροῦν, τοὺς ἔλεγαν μὲ δάκρυα στὰ μάτια : - Ἀδέλφια, ποῦ μᾶς ἀφήνετε καὶ φεύγετε ; Ἐγνώριζαν ἀπὸ τὴν πεῖρα τους τὴν κατάπικρη συνέχεια, ὅτι τοὺς περίμενε ξανὰ τὸ μῖσος καὶ ἡ ἀνθελληνικὴ μανία τῶν Ἀλβανῶν. Καὶ τὰ πράγματα τὸ ἐπιβεβαίωσαν. Γιατί, ὅταν ἁπλώθηκε τὸ βαρὺ σκοτάδι τῆς Κατοχῆς, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς Γερμανοϊταλούς, τοὺς «Τσάμηδες» καὶ τοὺς γνώριμους μισέλληνες Ἀλβανούς, εἶχαν τώρα καὶ τὰ ὄργανα τοῦ κομμουνισμοῦ μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν λίγο μετὰ ἀπάνθρωπο τύραννο Ἐνβὲρ Χότζα, ὁ ὁποῖος ἐξόντωνε συστηματικὰ κάθε πατριώτη, ποὺ ἐργαζόταν γιὰ νὰ κρατήσουν οἱ Βορειοηπειρῶτες τὴν πίστη στὸν Χριστὸ καὶ τὴν ἀγάπη στὴν Ἑλλάδα.

            Τότε, ἀκριβῶς, σ’ ἐκείνη τὴν ἀπαράκλητη ἐποχή, ἔδωσε, γιὰ μιὰ ἀκόμη φορά, τὸ δικό του δυναμικὸ «παρὼν» ὁ δάσκαλος ΒΑΣΙΛΗΣ  ΣΑΧΙΝΗΣ. Εἶχε διακριθῆ σὲ παλαιότερους ἐθνικοὺς ἀγῶνες, ὄχι μόνο ὡς δάσκαλος τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσα στὸ Ἀργυρόκαστρο μέχρι τὸ 1916, ἀλλὰ καὶ ὡς συνεργάτης τραπεζῶν, φυσικὸς ἡγέτης τοῦ Ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ τοῦ νομοῦ Ἀργυροκάστρου, ἱδρυτὴς τῆς «Νέας Φιλικῆς Ἑταιρείας» γιὰ τὸ σχολικὸ ζήτημα τοῦ 1934, φυλακισμένος καὶ μετάπειτα ἐκτοπισμένος στὴν Ἰταλία, ἀσυμβίβαστος ἀντικομμουνιστής. Τώρα, ἀργηγὸς τῆς Ὀργανώσεως  Μ.Α.Β.Η. (Μέτωπο  Ἀπελευθερώσεως  Βορείου Ἠπείρου). Γιατὶ πίστευε βαθειά ὅτι μετὰ τὴν λήξη τοῦ πολέμου, ἡ Βόρειος Ἤπειρος θὰ ἐνσωματωνόταν στὸν Ἑλληνικὸ Ἐθνικὸ Κορμό. Καὶ πρὸς αὺτὴ τὴν κατεύθυνση εἶχε στρέψει τὸν ἀγῶνα του.

            Ἴσως, ὅμως, δὲν εἶχε ὑπολογίσει ὅσο ἔπρεπε τὸν ἀλβανικὸ μισελληνισμό. Ἔτσι, τὸν ἔπιασαν τὸ 1943 καὶ τὸν δολοφόνησαν. Ἔκλεισε ἕνα στόμα καὶ ἐσίγησε μιὰ φωνή, ποὺ ὑπερμαχοῦσε γιὰ τὰ δίκαια τῆς Βορ. Ἠπείρου. Ἀλλὰ τὸ ὄνομά του τὸ ἔχει γράψει μὲ χρυσᾶ γράμματα ἡ Ἱστορία. Καὶ μένει νὰ διδάσκῃ τὶς γενιὲς ποὺ ἔρχονται, ὅτι ἡ ἀγάπη γιὰ τὴν Πατρίδα «δὲν μετριέται μὲ τὸ στρέμμα · μὲ τὴς καρδιᾶς τὸ πύρωμα μετριέται καὶ μὲ τὸ αἷμα». Ἄς εἶναι ἡ μνήμη του αἰωνία. Τὸν ΒΑΣΙΛΗ  ΣΑΧΙΝΗ  δὲν θὰ τὸν ξεχάσῃ ποτὲ ὁ Βορειοηπειρωτικὸς Ἑλληνισμός.

 «ΒΟΡΕΙΟΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟΝ ΒΗΜΑ»