Συμπληρώθηκαν 70 ἔτη ἀπὸ τὸ δραματικὸ 1947 - Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΟΝΙΤΣΑΣ: ΕΝΑ ΑΓΝΩΣΤΟ ΕΠΟΣ


Ἀπὸ τὶς πιὸ μεγάλες ἀναμετρήσεις στὰ χρόνια της κομμουνιστικῆς ἀνταρσίας τῶν ἐτῶν 1946-1949 ἀποτέλεσε ἀναμφισβήτητα ἡ μάχη στὴν ἀκριτικὴ Κόνιτσα ποὺ ἔλαβε χώρα στὰ τέλη Δεκεμβρίου 1947 ὡς τὴν πρώτη ἑβδομάδα τοῦ νέου ἔτους 1948.

Τὸ κρίσιμο ἔτος 1947

Βρισκόμαστε στὰ τέλη τοῦ 1947. Οἱ κομμουνιστὲς ἀντάρτες ἤδη ἀπὸ τὸν Μάρτιο τοῦ 1946 (ἐπίθεση στὸ Λιτόχωρο) φανερώνουν τὶς προθέσεις τους: δὲν θὰ δεχθοῦν νὰ μείνουν σὲ συνθῆκες ἀστικῆς δημοκρατίας καὶ Κοινοβουλευτισμοῦ. Καὶ παρότι ἡ Ἑλλὰς εἶχε περιέλθει, μὲ τὴν σύμφωνη γνώμη τῆς Μόσχας καὶ τοῦ Στάλιν, στὸ Δυτικὸ στρατόπεδο, θὰ συνεχίσουν τὴν ἔνοπλη ἀντιπαράθεση ἐναντίον τοῦ Ἑλληνικοῦ κράτους. Τὸ τελευταῖο, παρὰ τὶς ἐγγενεῖς του ἀδυναμίες, καθὼς ἡ χώρα ἐξερχόταν ἀπὸ μία φρικτὴ Κατοχὴ καὶ τοὺς δύο πρώτους Γύρους ἀντιπαράθεσης μὲ τὸν Κομμουνισμὸ (1943-1944), δὲν εἶχε ἀντιληφθεῖ τὸ μέγεθος τοῦ κινδύνου. Μία μεγάλη καμπάνα ἀφύπνισης γιὰ ὅλους θὰ εἶναι ἡ μάχη τῆς Κόνιτσας.

Ἡ «κυβέρνηση» τοῦ Μάρκου Βαφειάδη

Στὶς 23 Δεκεμβρίου 1947 ἀπὸ τὴν Γιουγκοσλαβία ἀνακοινώνεται ὁ σχηματισμὸς τῆς «Προσωρινῆς Δημοκρατικῆς Κυβέρνησης» ἐντός της Ἑλλάδος μὲ «πρωθυπουργὸ» τὸν Μάρκο Βαφειάδη καὶ «ὑπουργοὺς» γνωστοὺς κομμουνιστὲς καὶ τὸν καθηγητὴ Πέτρο Κόκκαλη. Ὁ ἐπικεφαλῆς τοῦ ΚΚΕ, ὁ Γενικὸς Γραμματέας Νίκος Ζαχαριάδης, ἑτοίμαζε τὴν κατάληψη μίας πόλεως στὰ σύνορα, γιὰ νὰ ἐγκατασταθεῖ ἡ «κυβέρνηση» τοῦ Μάρκου, μὲ ἀπώτερο στόχο νὰ ἀναγνωριστεῖ ὡς μία ἄλλη κυβέρνηση τῆς Ἑλλάδος ἀπὸ χῶρες τοῦ Ἀνατολικοῦ συνασπισμοῦ.

Γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸν ἐπιλέγεται ἡ ἀκριτικὴ Κόνιτσα, ποὺ ἦταν δίπλα σὲ κομμουνιστικὸ κράτος (Ἀλβανία) ἀπὸ ὅπου οἱ κομμουνιστὲς ἀντάρτες ἐξοπλίζονταν καὶ ἐφορμοῦσαν. Ἡ ἐπίθεση ὁρίζεται γιὰ τὸ πρωινὸ τῶν Χριστουγέννων τοῦ 1947. Στὶς 6 τὸ πρωί, μὲ τὶς πρῶτες καμπάνες τῶν ἐκκλησιῶν γιὰ τὸ χαρμόσυνο γεγονὸς τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἡ πόλη δέχεται ἐπίθεση μὲ πυκνὰ πυρὰ στὴν ἀμυντικὴ περίμετρο.

Στὴν Κόνιτσα ὑπῆρχαν δύο Τάγματα Πεζικοῦ, τὸ 582 καὶ τὸ 584 ὑπὸ τὴν διοίκηση τῆς 75ης Ταξιαρχίας τοῦ Κωνσταντίνου Δόβα (τὸν ὁποῖο ἀντικατέστησε, λόγω βαρέως τραυματισμοῦ του κατὰ τὶς ἐπιχειρήσεις, ἐπάξια ὁ Γεώργιος Παλλαντᾶς) καὶ λίγες δυνάμεις τῶν ΜΑΔ καὶ τῆς Χωροφυλακῆς. Περίπου λιγότεροι ἀπὸ χίλιοι ἄνδρες. Γύρω ἀπὸ τὴν Κόνιτσα ἐπιτίθονταν 2200 κομμουνιστὲς τοῦ λεγόμενου ΔΣΕ, σὲ δύο ταξιαρχίες ὑπὸ τὴν ἡγεσία τοῦ Γιώργη Σοφιανοῦ καὶ τοῦ Δημήτρη Ζύγουρα (Παλαιολόγου). Ἡ φρουρὰ τῆς Κόνιτσας χωρὶς τὴν ἐνίσχυση δυνάμεων δὲν θὰ ἄντεχε.

Ἡ σωτηρία τῆς Κόνιτσας

Οἱ ἄνδρες τοῦ ΔΣΕ χτυποῦν τὴν γέφυρα Μπουραζάνη ποὺ ἑνώνει τὴν Κόνιτσα μὲ τὴν ὑπόλοιπη Ἤπειρο ὁδικῶς καὶ ἔτσι μένει μόνο ὁ καρόδρομος ἀπὸ τὴν γέφυρα Ρομπόκη (ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ διέρχεται σήμερα ἡ Ἐθνικὴ Ὁδὸς Ἰωαννίνων – Κοζάνης). Ἀπὸ τὴν τελευταία θὰ διέλθουν μέσα σὲ ἐπικὲς συνθῆκες, μέσα σὲ κακοκαιρία, ἄθλια μονοπάτια καὶ μὲ συνεχῆ ἔνοπλη ἀντιπαράθεση μὲ τοὺς κομμουνιστὲς τὸ 527 Τάγμα Πεζικοῦ καὶ Χωροφύλακες ὑπὸ τὸν Λυγεράκη ἀλλὰ καὶ οἱ ΛΟΚ τῆς Γ’ Μοίρας, γιὰ νὰ φτάσουν καὶ νὰ ἐνισχύσουν οἱ πρῶτοι τὴν ἄμυνα τῆς πόλεως, τὸ βράδυ στὶς 19.50 τῆς 31ης Δεκεμβρίου τὸ 527 καὶ 6 ὧρες ἀργότερα, στὶς πρῶτες ὧρες τοῦ νέου ἔτους οἱ ΛΟΚ. Αὐτὲς οἱ ἐνισχύσεις ἀνέτρεψαν τὰ δεδομένα ὑπὲρ τῶν πολιορκημένων ποὺ σὲ πολλὰ σημεῖα ἔδιναν ἀγώνα μέχρις ἐσχάτων μὲ πολλὲς ἀπώλειες.

Ὁ καινούργιος χρόνος, τὸ δραματικὸ ἐπίσης 1948 ἔμπαινε αἰσιόδοξα γιὰ τοὺς μαχητὲς τῆς Κονίτσης ποὺ ἔβλεπαν ὅτι ὁ ἀγώνας τους γινόταν νικηφόρος! Τὶς ἴδιες ἥμερες οἱ κάτοικοι τῶν ἐκτὸς Ἠπείρου πόλεων ἦταν στὰ σπίτια τους καὶ μὲ ἑορτὲς περίμεναν τὴν ἄφιξη τοῦ νέου ἔτους. Ἡ Κόνιτσα ἦταν τόσο μακριὰ καὶ μόνο ἡ προβολὴ τοῦ τιτάνιου ἀγώνα ἀπὸ τὸν Τύπο καὶ ἡ ἄφιξη τῆς Βασίλισσας Φρειδερίκης στὶς 7 Ἰανουαρίου 1948, μία ἡμέρα μόλις μετὰ τὴν λήξη τῶν μαχῶν καὶ μὲ συνθῆκες ἀκόμη ἐπικίνδυνες (μία κίνηση ποὺ ἔδειξε τὸ θάρρος τῆς ἀείμνηστης Βασίλισσας καὶ ἔδωσε τὸ παράδειγμα σὲ πολλοὺς φοβισμένους πολιτικοὺς τότε), ἐπηρέασαν τὴν κοινὴ γνώμη ποὺ κατανόησε ὅτι ὁ ἀγώνας τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ στὴν Κόνιτσα ἦταν καὶ δικός της ἀγώνας.

Ὁ ἀντίκτυπος τῆς νίκης στὴν Κόνιτσα

Ὅπως ἀναφέρει ὁ ἀείμνηστος Ἀλέξανδρος Ζαούσης στὸ βιβλίο του «Ἡ Τραγικὴ ἀναμέτρηση» (τόμος Α’, ἐκδόσεις «Ὠκεανίδα»): «Στὴν πρωτεύουσα ἡ νίκη τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ στὴν Κόνιτσα ἔπαιρνε διαστάσεις ἐθνικοῦ γεγονότος. Ἡ Βουλή, ἡ Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, τὸ ΕΜΠ καὶ πλῆθος ὀργανώσεων ἔστελναν συγχαρητήρια ψηφίσματα στὴν φρουρὰ καὶ τοὺς κατοίκους τῆς Κόνιτσας. Συγχρόνως, ὅπως ἀπὸ καιρὸ τοὺς τὸ εἶχε ζητήσει ὁ Γεώργιος Βλάχος τῆς «Καθημερινῆς», οἱ Ἕλληνες «ἔβαζαν καὶ τὸ χέρι στὴν τσέπη τους». Πάσης φύσεως ἐργατοϋπαλληλικὲς ὀργανώσεις καὶ ἰδιῶτες ἔστελναν χρήματα γιὰ τὴν Κόνιτσα. Ἀκόμα καὶ οἱ ἰδιοκτῆτες τῶν πορθμείων Περάματος-Σαλαμίνας μάζεψαν κοῦτες μὲ τσιγάρα γιὰ τὴ φρουρὰ τῆς Κονίτσης».

Ἡ ἀποτυχία τῶν κομμουνιστῶν νὰ καταλάβουν τὴν ἀκριτικὴ Κόνιτσα θὰ εἶναι ἕνα πλῆγμα στὸ ἠθικό τους. Ἡ Ἑλληνικὴ Κυβέρνηση τοῦ Θεμιστοκλῆ Σοφούλη θὰ λάμβανε περισσότερα μέτρα ἐναντίον τῶν μελῶν τοῦ ΚΚΕ, ἐνῶ ὁ Ζαχαριάδης θὰ ἑτοίμαζε μία νέα ἐπίθεση, γιὰ νὰ βρεῖ κάποια πρωτεύουσα γιὰ τὴν «κυβέρνησή» του. Ἡ Κόνιτσα ἦταν μία μεγάλη ἥττα γιὰ τὴν κίνηση τῶν κομμουνιστῶν νὰ καταλάβουν τὴν ἐξουσία.

Κάθε χρόνο τιμᾶται ἀπὸ τὶς τοπικὲς ἑνώσεις Ἀποστράτων Στρατοῦ καὶ Χωροφυλακῆς καὶ Πολεμιστῶν τῆς Ἠπείρου, ὑπὸ τὴν αἰγίδα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης, ἡ μνήμη τῶν πεσόντων ὑπερασπιστῶν τῆς Μάχης τῆς Κονίτσης στὸν ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου (ποὺ δέχθηκε τὰ πυρὰ τῶν ἀνταρτῶν) καὶ στὸ μνημεῖο ποὺ ἔχει ἀνεγερθεῖ γιὰ αὐτοὺς στὴν Κόνιτσα.

Γεώργιος Κουρκούτας