Ἐκεῖ ποῦ ἰσιώνει ὁ ἀετός οἱ γλάροι δέν πετᾶνε


“Συγκλονιστική πιστολή πό ναν νν πιλότο μαχητικο εροσκάφους πού κάθε μέρα γωνίζεται κατά τν Τούρκων στίς σχατιές τοῦ Αγαίου. 

ξαιρετικά φιερωμένη στόν πουργό Οκονομικν ,Τρόικα , ΔΝΤ καί λοιπούς οκονομικούς ξολοθρευτές.”

             Σάν ἀντικρίσω τ' ἄσπρα ἄλογα τοῦ Αἰγαίου, χάνεται ἡ σκέψις μου στόν Οὐρανό τοῦ Θείου , τοῦ ὡραίου , τοῦ ἀληθινοῦ! Δέν εἶμαι ἡμίθεος, δέν εἶμαι ἄτρωτος , δέν εἶμαι κἄν ἥρωας!

             Καημένη Πατρίδα , ἔχεις ὅλους τούς ἄχρηστους στήν πλάτη σου ἔχεις καί μένα. Μπορεῖ νά μήν εἶμαι σέ θέση νά ζητήσω ἀπό τήν ἔρμη Πατρίδα κάτι τό καλύτερο γιά μένα , γιά τά παιδιά μου , μπορεῖ νά μήν εἶμαι κἄν ἱκανός γιά αὐτά πού παίρνω ! Ὅλες αὐτές οἱ σκέψεις πού περνᾶνε ἀπό τό μυαλό μου , σφίγγουν τό λαιμό καί ξεραίνουν τό στόμα μου !

             Μπορεῖ νά ἤξερα πόσο ἐπικίνδυνο καί ἀνούσιο , ἴσως καί ἄχρηστο , γιά πολλούς ἐκεῖ κάτω νά εἶναι αὐτό πού κάνω! Ἴσως καί νά ἔχουν δίκιο , βλέπεις ἐγώ δέν κατεβάζω διακόπτες , ἐγώ δέν ὁδηγῶ λεωφορεῖο μέ 50 ψυχές , ἐγώ δέν βγάζω φωτοτυπίες στά βουλευτικά ἕδρανα ἕνα χειμωνιάτικο βράδυ τοῦ Γενάρη στή ζεστασιά τῆς Βουλῆς !

            Ἐγώ κάθομαι , σκέπτομαι , μελετάω καί περιμένω τόν Τοῦρκο. Μπορεῖ καί ἐγώ νά μήν ἔχω νά πληρώσω τά κοινόχρηστα, ἀλλά ἐσᾶς δέν σᾶς ἐνδιαφέρει , μπορεῖ νά μήν ἔχω νά πληρώσω τό χαράτσι στό πατρικό τοῦ χωριοῦ μου , ἀλλά ἐσᾶς δέν σᾶς ἐνδιαφέρει . Οὔτε καί πρέπει!     Ἐγώ ὅμως πρέπει νά ἀδειάσω τό μυαλό μου νά κλειδώσω τό ὑποσυνείδητο , νά μήν σκεφτῶ ὅτι μέ περιμένουν καί ἐμένα στό σπίτι μου , ὅπως τόσους καί τόσους ἄλλους πού δέν γύρισαν ΠΟΤΕ πίσω ἀπό μία  ἀκόμη καθημερινή ἀποστολή . Ἴσως καί κάποιοι νά ποῦν ὅτι τά ἤθελε καί τά ἔπαθε!

             Ἐγώ ὅμως δέν πετάω γιά αὐτούς,

  • Πετάω γιά τόν Πατέρα μου , πού καμαρώνει στήν ἄκρη στό χωράφι ὅταν περνοῦν τά μαχητικά μας,
  • πετάω γιά τό παιδί στή Φλώρινα πού περπατάει στό χιόνι νά πάει στό σχολεῖο του,
  • πετάω γιά τό Παπά μας , πού κάνει χιλιόμετρα νά κάνει Ἀνάσταση με τούς τσοπαναραίους στό ὕψωμα τῆς Παναγιᾶς!
  • Πετάω γιά τόν ψαρά , πού βγῆκε στίς 4 τό πρωί μέ τήν ψαρόβαρκα νά φέρει τό μεροκάματο στή φαμελιά του ,
  • πετάω γιά τό δασκαλάκο πού πληρώνει ἀπό τήν τσέπη του τίς φωτοτυπίες στά Ἄγραφα τῆς Καρδίτσας .

            Γιά αὐτούς πετάω

            Γιά νά μποροῦν νά κάνουν αὐτό πού χρόνια κάνουν καί νά κρατᾶνε τήν Πατρίδα μᾶς ζωντανή!

 

             Οὔτε αὐτοί ,οὔτε ἐγώ θά ζητήσω ὑπερωρίες, γιορτές καί Κυριακές , γιατί ἐγώ πετάω γιά τήν Πατρίδα μου.

             Πετάω γιά τούς δικούς μου ἀνθρώπους, αὐτούς πού  γλεντᾶνε μέ τήν ψυχή τους , ζοῦν γιά μία στιγμή καί ὅταν πεθαίνουν ξεπροβοδίζουν τούς δικούς τους ἀνθρώπους μέ τραγούδια καί εὔχονται καλήν ἀντάμωση!

            Ἴσως κάποιο πρωί ὅταν κοιτάξεις ψηλά θά μέ δεῖς , γιατί ,

            Ἐκεῖ πού ἰσιώνει ὁ Ἀετός, οἱ Γλάροι δέν πετᾶνε!