«Ἀπό τά χέρια τῶν «Ἐλευθερωτῶν», στά νύχια τῆς Ἀλβανικῆς Ἀστυνομίας»


Ἕνα κομμάτι τῆς γεμάτης ἀνθρώπινο πόνο ἱστορίας τοῦ συμμοριτοπολέμου στήν Ἑλλάδα, εἶναι καί αὐτό τῶν λλήνων στρατιωτικν πού ς αχμάλωτοι τν κομμουνιστν νταρτν μεταφέρθηκαν στήν λβανία, παραδόθηκαν στούς Ἀλβανούς κομμουνιστές καί ὑπέφεραν ἐπί σειρά ἐτῶν στά στρατόπεδα καταναγκαστικῆς ἐργασίας, περιμένοντας τή λύτρωση πού ἦρθε , ὄχι γιά ὅλους, τό 1956 μαζί μέ τήν …. «τεράστια» ἠθική ἀποζημίωση τῶν ….20 δραχμῶν γιά τούς φαντάρους καί τῶν 1200 γιά τούς ἀξιωματικούς. Ἅ! νά μήν ξεχάσουμε καί τήν ….κουβέρτα πού ἔδωσε τό κράτος παρά τίς ἐπανειλλημένες ὀχλήσεις τοῦ συλλόγου τους «Ἀνάσταση» …Κρίμα ….καί πάλι κρίμα.

Περισσότεροι λοιπόν ἀπό 550 ἀξιωματικοί καί ὁπλίτες τοῦ Ἐθνικοῦ στρατοῦ αἰχμαλωτίστηκαν ἀπό τίς ὀρδές τοῦ Μάρκου Βαφειάδη, καί ὅταν ἡττήθηκαν στό Γράμμο καί στό Βίτσι κατέφυγαν στίς χῶρες τοῦ ἀνατολικοῦ μλπόκ, χωρίς ὅμως νά πάρουν μαζί τους καί τούς αἰχμαλώτους πού ἔμειναν στήν Ἀλβανία γιατί κανένα κράτος δέν ἤθελε νά τούς πάρει γιά νά μή δημιουργηθοῦν διπλωματικές προστριβές μέ τήν Ἑλλάδα.

Ἀνάμεσα στούς αἰχμαλώτους ἦταν καί ὁ αξιωματικός Κώστας Βαλκάνος (φωτό), ὁ ὁποῖος κατέγραψε λίγα χρόνια ἀργότερα τά ὅσα φρικτά ἔζησε, στό βιβλίο του «Ἀπό τά χέρια τῶν «Ἐλευθερωτῶν», στά νύχια τῆς Ἀλβανικῆς Ἀστυνομίας» ἐκδοθέν στή Θεσσαλονίκη τό 1961.

Απ’ τίς πρῶτες κιόλας σελίδες διαβάζει κανείς τόν τρόμο καί τή λαχτάρα πού ἔνοιωσαν ὅλοι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι ὅταν ἀπ’ τό Μοράβα ὁδηγήθηκαν στήν Ἐρσέκα καί μετά στήν Κορυτσά. Ὁ ἴδιος ὁ συγγραφέας, τώρα ὡς αἰχμάλωτος, εἶχε ξαναμπεῖ στήν Κορυτσά μέ τόν Ἑλληνικό στρατό τό Δεκέμβριο τοῦ 1940 καί μπορεῖ νά συγκρίνει τό κλίμα πανηγυρισμοῦ τότε καί τήν ὑποδοχή τῶν κατοίκων, τόν φόβο καί τρόμο πού εἶχε ἐπιβληθεῖ μόλις 8 χρόνια μετά. Διότι τά γεγονότα ἐκτυλίσσονται τό 1949. Στίς 29 Αὐγούστου 1949 ὁ Ἕλληνας αὐτός ἀξιωματικός βρέθηκε στήν Κορυτσά καί γράφει: «…σοι πό μς τυχε νά δομε ατό μέ τά μάτια μας, ταν σάν λευθερωτές μπαίναμε τό 1940 στήν Κορυτσά, δέν μπορούσαμε παρά νά νοιώσουμε ρίγος καί ερή συγκίνηση. Δέν μπορούσαμε παρά νά στυλώσουμε τά μάτια μας στή νοερή κινηματογραφική ταινία πού προβάλλονταν μπροστά μας, μέ τό φτερούγισμα τς σκέψης στά περασμένα. Τότε πού χιλιάδες νθρωποι μς γκάλιαζαν δελφικά μέ γέλια καί δάκρυα χαρς, τότε πού λες ο γνές λληνοπολες μέ τίς γκαλιές γεμάτες λουλούδια ραιναν τόν λευθερωτή δελφό…

Τώρα εναι ο διες πόλεις, μά πόλεις νεκροταφεα, ρημικές, μέ δεια καταστήματα, χωρίς κίνηση, χωρίς ζωντάνια. Ο διοι κενοι νθρωποι, μά μέ σφραγισμένα τά χείλη μήν τυχόν καί ξεφύγει πόνος πού πιέζει τήν ψυχή τους…».

Ἀξίζει ἰδιαίτερη ἀναφορά στόν κ. Βαλκάνο καθ΄ὅτι δέν ξέχασε τούς ἕλληνες βορειοηπειρῶτες τῶν στρατοπέδων τοῦ Χότζα, πού κατά τή μέρα τοῦ ἀποχαιρετισμοῦ, τοῦ μιλοῦσαν μέ τά μάτια λέγοντάς του νά βγάλει τό «δράμα» τους πρός τά «ἔξω». Γιά τόν σκοπό αὐτό ὁ ἴδιος ἄρχισε νά ἀρθογραφεῖ ὡς δημοσιογράφος στήν ἐφημερίδα « ἡ Φωνή τῆς Βορείου Ἠπείρου» το 1965 καί νά ἐνημερώνει τήν ἑλληνική γνώμη γιά τούς σκλαβωμένους Ἕλληνες κακείθεν τῶν συνόρων πού ἡ μοίρα τόν ἔστειλε νά ζήσει μαζί τους γιά 7 ὁλόκληρα χρόνια, χρόνια βγαλμένα ἀπό τήν Κόλαση…. 

Υ.Γ. εὐχαριστίες πολλές ἁρμόζουν στήν ἐξαίρετη κόρη του,  Θοδώρα Βαλκάνου πού μοῦ ἀπέστειλε τό βιβλίο ἀλλά καί τίς φωτογραφίες τοῦ ἀειμνήστου πατέρα της. Ἄς εἶναι ἡ μικρή αὐτή ἀναφορά, ἕνα μνημόσυνο στόν ἴδιο ἀλλά καί στούς ὑπόλοιπους πού δέν γύρισαν…….