60 χρόνια ἀπό τόν Θάνατο τοῦ Πρωθυπουργοῦ - Στρατάρχου Παπάγου


Ὀκτώβριος 1955

60 χρόνια ἀπό τόν Θάνατο τοῦ Πρωθυπουργοῦ - Στρατάρχου Παπάγου.

Ὅταν ἔγιναν πρίν 60 ἔτη  τά τραγικά γεγονότα τοῦ Σεπτεμβρίου τοῦ 1955, πού ὁδήγησαν στήν καταστροφή καί τόν μαρασμό τόν Ἑλληνισμό τῆς Πόλης, ἡ ἐπίσημη ἑλλαδική ἀντίδραση ἦταν ἀναιμική καί ἀναντίστοιχή του μεγάλου αὐτοῦ ἐγκλήματος. Ὁ κύριος λόγος ἦταν ἡ βαριά ἀσθένειά του τότε Πρωθυπουργοῦ τῆς Ἑλλάδος, Στρατάρχου Ἀλεξάνδρου Παπάγου, ὁ ὁποῖος ἕναν μήνα μετά τά γεγονότα(στίς 4  Ὀκτωβρίου 1955) θά πέθαινε μετά ἀπό βαριά ἀσθένεια. Ὁ Παπάγος σέ ἡλικία 72 ἐτῶν ἄφηνε πίσω ἕνα ὄνομα θρυλικό, πού συνδεόταν μέ τίς μεγάλες πολεμικές περιπέτειες τοῦ Ἑλληνισμοῦ τοῦ 20ου αἰῶνος. Αὐτός ὅμως ὁ θρύλος καλύφθηκε ὅμως μέ σκόπιμη ἤ μικρόψυχη λήθη ἀπό τούς πολιτικούς του ἐπιγόνους ἀλλά καί τούς ἀντιπάλους του καί ἔτσι ἀδικήθηκε ἡ Μνήμη ἑνός μεγάλου Πολεμάρχου στήν Εὐρώπη τοῦ 20ου αἰῶνος.

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΜΙΑΣ ΕΝΔΟΞΗΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΕΠΟΧΗΣ

Ὅταν ἀπεβίωσε ὁ Πρωθυπουργός τῆς Ἑλλάδος Ἀλέξανδρος Παπάγος, ὁ ἔνδοξος Ἀρχηγός τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ ἐναντίον τῶν τριῶν μεγάλων Ὁλοκληρωτισμῶν τοῦ 20ου αἰῶνος(τοῦ Φασισμοῦ, τοῦ Ἐθνικοσοσιαλισμοῦ καί τοῦ Κομμουνισμοῦ), ἔκλεινε μία ὁλόκληρη ἐποχή. Πέθαινε ὁ τελευταῖος ἀπό τούς 4 πρωταγωνιστές ἡγέτες τοῦ Ἑλληνισμοῦ στήν ἐποποιία τοῦ ΟΧΙ τοῦ 1940(οἱ ἄλλοι τρεῖς ἤσαν οἱ Βασιλεύς Γεώργιος Β΄, Πρωθυπουργός Ἰωάννης Μεταξάς καί Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρύσανθος, πού εἶχαν ἤδη φύγει ἀπό τήν ζωή). Γιά τόν Ἑλληνισμό ἐκείνης τῆς ἐποχῆς τό ἀνοικτό θέμα ἦταν αὐτό τῆς Κύπρου, πού ἀπετέλεσε καί τήν ἀφορμή τοῦ ξεσπάσματος τῶν τραγικῶν Σεπτεμβριανῶν ἐναντίον τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Πόλης.

Γεννηθεῖς στίς 9 Δεκεμβρίου τοῦ 1883, ὁ Ἀρχιστράτηγος Παπάγος ὑπῆρξε στρατιωτικός καί πολιτικός στίς κρισιμότερες ὧρες τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους. Ἀκόμη καί οἱ ἀντίπαλοί του ἀναγνωρίζουν ὅτι ἦταν  πάντα ὄρθιος στό ὕψος τῶν περιστάσεων. Πατέρας τοῦ ἦταν ὁ ἀντιστράτηγος Λεωνίδας Παπάγος μέ καταγωγή ἀπό τίς Κυδωνίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καί μητέρα του ἡ Μαρία τό γένος Αὐγερινοῦ Ἀβέρωφ , ἀνιψιά τοῦ ἐθνικοῦ εὐεργέτη Γεωργίου Ἀβέρωφ.

Μετά τίς γυμνασιακές του σπουδές, τό 1901 ἐγγράφηκε στή Νομική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, ἀλλά τήν ἐγκατέλειψε ἕνα χρόνο ἀργότερα, προκειμένου ν' ἀκολουθήσει στρατιωτική ἐκπαίδευση στό ἐξωτερικό, καθότι εἶχε παρέλθει τό ὅριο ἡλικίας γιά τήν εἰσαγωγή του στή Σχολή Εὐελπίδων.

Φοίτησε γιά μία διετία (1902 - 1904) στή στρατιωτική σχολή τῶν Βρυξελλῶν καί τήν ἑπόμενη διετία στή σχολή Ἱππικοῦ του Ἰπρ. Τό 1906 ἐπέστρεψε στήν Ἑλλάδα καί κατετάγη στό στρατό ὡς Ἀνθυπίλαρχος στό Ὅπλο τοῦ Ἱππικοῦ. Τό 1911 παντρεύτηκε τή Μαρία Καλίνσκυ, ἐγγονή τοῦ στρατηγοῦ Τιμολέοντα Βάσσου, μέ τήν ὁποία ἀπέκτησαν δύο παιδιά, τήν Εἰρήνη (1914), σύζυγο τοῦ γλύπτη Γιάννη Παππᾶ καί τόν Λεωνίδα (1912), διπλωμάτη καί αὐλάρχη τῶν ἀνακτόρων.

Ὁ Παπάγος συμμετεῖχε στούς Βαλκανικούς Πολέμους ὡς Ὑπίλαρχος κι ἔλαβε μέρος στίς ἐπιχειρήσεις γιά τήν κατάληψη τῶν Ἰωαννίνων. Λίγα χρόνια ἀργότερα συμμετεῖχε στή Μικρασιατική Ἐκστρατεία ὡς Ἐπιτελάρχης σέ μονάδες τοῦ Ἱππικοῦ, ὅπου καί παρέμεινε μέχρι τήν κατάρρευση τοῦ Μετώπου τόν Αὔγουστο τοῦ 1922.

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΤΟ 1940

Ὑπῆρξε πάντα στό κέντρο τῶν πολιτικῶν πραγμάτων τοῦ τόπου. Πρωταγωνίστησε τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1935 στήν πτώση τῆς Κυβέρνησης Παναγῆ Τσαλδάρη ὡς ἀρχηγός τοῦ Στρατοῦ  μαζί μέ τούς ὁμολόγους του ὑποναύαρχο Οἰκονόμου καί ἀντιπτέραρχο Ρέππα,  ἐπιταχύνοντας τίς ἐξελίξεις γιά τήν ἐπαναφορά τῆς βασιλείας στή χώρα μας.  Οἱ μετέπειτα ἐξελίξεις θά εἶναι καταιγιστικές. Ὁ Βασιλεύς Γεώργιος Β΄ ἐπιστρέφει μετά ἀπό πρωτοβουλία τοῦ κυριάρχου τό 1935 στήν Πολιτική ζωή  Γεωργίου Κονδύλη καί μετά ἀπό σχετικό Δημοψήφισμα.

Γιά ἕνα διάστημα ἀνέλαβε καί Ὑπουργός Στρατιωτικῶν, ἀλλά μετά τήν πρωθυπουργοποίηση τοῦ Ι. Μεταξά τήν ἄνοιξη τοῦ 1936 τοποθετήθηκε ἀρχηγός τοῦ Γενικοῦ Ἐπιτελείου Στρατοῦ τήν 1η Αὐγούστου 1936 μέ σκοπό τόν ἀπόλυτο ἔλεγχο τοῦ στρατεύματος. Παρέμεινε στήν θέση αὐτή καί κατά τήν διάρκεια τῆς Κυβερνήσεως τῆς 4ης Αὐγούστου συμβάλλοντας στήν ἀναδιοργάνωση καί τόν ἐπανεξοπλισμό τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ ὑπό τό πρίσμα τοῦ διαφαινόμενου πολέμου. Ὅλα αὐτά τά περιγράφει στό βιβλίο του γιά τήν Πολεμική προπαρασκευή τῆς Ἑλλάδος.

Μέ τήν κήρυξη τοῦ Ἑλληνοϊταλικοῦ πολέμου ἀνέλαβε Ἀρχιστράτηγος τοῦ στρατοῦ ξηρᾶς, καταφέρνοντας, παρά τίς ὑλικές ἀδυναμίες  νά ὀργανώσει τήν ἀποτελεσματική ἄμυνα τῆς χώρας καί νά ἀπωθήσει τά ἰταλικά στρατεύματα στήν ἀλβανική ἐνδοχώρα. Ἡ ἐποποιία τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ στά βουνά τῆς Πίνδου καί ἡ ἐπέλαση στήν Βόρειο Ἤπειρο ἦταν ἐν μέρει δικό του ἔργο.

Κατάφερε νά ὀργανώσει τήν ἀποτελεσματική ἄμυνα τῆς χώρας καί τήν ἀπώθηση τῶν Ἰταλικῶν στρατευμάτων στήν ἀλβανική ἐνδοχώρα. Παρέμεινε στήν ἡγεσία τοῦ στρατεύματος ἕως τίς 23 Ἀπριλίου 1941 ὅποτε παραιτήθηκε προκειμένου νά μή συμμετάσχει στίς διαπραγματεύσεις τῆς συνθηκολόγησης μετά τήν Γερμανική εἰσβολή καί προέλαση ἐνῶ ἐπέκρινε τό στρατηγό Τσολάκογλου γιά τό σχηματισμό δοσιλογικής κυβέρνησης. Σέ τηλεγράφημά του μάλιστα στίς 21 Ἀπριλίου 1941 πρός τό Διοικητή Στρατιᾶς Ἠπείρου ἀνέφερε: «Πληροφοροῦμαι ὅτι ἀντιστράτηγος Τσολάκογλου ἀνέλαβε πρωτοβουλίαν συνθηκολογήσεως. Δέν κατανοήθη παρά πάντων ὅτι ὕψιστα συμφέροντα Πατρίδος ἀπαγορεύουσι τοῦτο. Ἐπικαλοῦμαι πατριωτισμόν πάντων. Στρατός δέον ἀγωνισθῆ μέχρις ἐσχάτου ὁρίου δυνατοτήτων του. Ἀντικαταστήσατε ἀμέσως Τσολάκογλου».

Στή διάρκεια τῆς Κατοχῆς, δημιούργησε μία πατριωτική ὀργάνωση, τήν Στρατιωτική Ἱεραρχία, στήν ὁποία συμμετεῖχαν ὡς ἐπί τό πλεῖστον ἀξιωματικοί. Ἡ ἀποκάλυψη τῆς δράσης τούς τόν Ἰούλιο τοῦ 1943 συνοδεύτηκε ἀπό τήν σύλληψη καί τήν ἀποστολή του, μαζί μέ ἄλλους τέσσερεις ἀντιστρατήγους, σέ στρατόπεδα συγκέντρωσης (στό Νταχάου, μεταξύ ἄλλων), στά ὁποῖα παρέμεινε μέχρι τή συνθηκολόγηση τῆς Γερμανίας.

Ἐπέστρεψε μετά τόν Πόλεμο στήν Ἑλλάδα μαζί μέ τούς ἄλλους 4 ἀντιστρατήγους μέ τούς ὁποίους ἦταν ἔγκλειστος τῶν Γερμανῶν. Ἀποστρατεύτηκε μέ τόν βαθμό τοῦ Στρατηγοῦ.

ΣΤΡΑΤΑΡΧΗΣ ΚΑΙ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ

Καθώς ἡ Κομμουνιστική Ἀνταρσία, πού εἶχε ξεκινήσει τό 1946, γινόταν μακρά καί ὑπῆρχαν προβλήματα συνεννοήσεως μεταξύ τῶν ἡγετῶν τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων, ἡ κυβέρνηση ἀνακάλεσε στήν ὑπηρεσία τόν στρατηγό Ἀλέξανδρο Παπάγο τό 1949. Τοῦ ἀνέθεσε ἐν λευκῶ τήν Γενική Ἀρχιστρατηγία τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων καί τῶν Σωμάτων Ἀσφαλείας, μέ στόχο τήν συντριβή τῆς κομμουνιστικῆς ἀνταρσίας. Ἡ ἐπιτυχία τοῦ ἦταν σαφέστατη καί ὁδήγησε στήν τελική ἥττα τοῦ στρατοῦ τοῦ Ζαχαριάδη   στόν Γράμμο καί στό Βίτσι. Ἡ ἐπιτυχής ἔκβαση τοῦ  πολέμου γιά τίς ἐθνικές δυνάμεις ὁδήγησε τήν Βουλή τῶν Ἑλλήνων νά ἀνακηρύξει μέ ΝΔ στις17 Ὀκτωβρίου 1949  τόν Α. Παπάγο σέ Στρατάρχη, τίτλος πού ἀπονεμήθηκε γιά πρώτη φορά σέ Ἕλληνα στρατιωτικό.

Ἡ ἔλλειψη συνεννόησης τῶν πολιτικῶν δυνάμεων μετά τό 1950 καί τό αὐξημένο τοῦ κύρος στόν Ἑλληνικό Λαό, λόγω τῶν πολεμικῶν ἐπιτυχιῶν, τόν ἔπεισαν(παρά τήν ἀντίδραση τοῦ Βασιλέως Παύλου, πού δέν ἤθελε ἐμπλοκή τοῦ Παπάγου μέ τήν Πολιτική)νά δημιουργήσει Κόμμα καί νά πολιτευτεῖ. Στίς ἐκλογές τῆς 9ης Σεπτεμβρίου 1951 τό κόμμα πού εἶχε ἱδρύσει στά πρότυπά του Συναγερμοῦ τοῦ γαλλικοῦ λαοῦ τοῦ Γάλλου Στρατάρχη Ντέ Γκώλ, ὁ «Ἑλληνικός Συναγερμός» συγκέντρωσε τό 36,53%. Οἱ κεντρῶες πολιτικές δυνάμεις σχημάτισαν βραχύβια κυβέρνηση μέ πρόεδρο τό Νικόλαο Πλαστήρα, ἡ ὁποία μετά τήν ἀσθένεια Πλαστήρα καί τήν ἐκτέλεση Μπελογιάννη κλονίστηκε σοβαρά.

Στίς 10 Ὀκτωβρίου 1952 προκηρύχθηκαν νέες ἐκλογές γιά τίς 16 Νοεμβρίου μέ νέο πλειοψηφικό σύστημα. Σέ αὐτές ἐπικράτησε σαρωτικά ὁ Παπάγος μέ ποσοστό 49,22% καί 238 κοινοβουλευτικές ἕδρες. Στίς 18 Νοεμβρίου ἡ κυβέρνηση τοῦ Στρατάρχη ὁρκίστηκε ἐνώπιόν του Βασιλέως Παύλου καί στίς 20 Δεκεμβρίου ἔλαβε ψῆφο ἐμπιστοσύνης ἀπό τήν Βουλή.

Στήν ἐξωτερική πολιτική ἡ νέα κυβέρνηση εὐθυγραμμίστηκε μέ τήν πολιτική τῶν Η.Π.Α. κατανοώντας τήν ἡγετική τους σημασία μεταξύ τῶν χωρῶν τοῦ «ἐλευθέρου κόσμου» καί τούς παραχώρησε τό δικαίωμα τῆς δημιουργίας στρατιωτικῶν βάσεων στό ἑλληνικό ἔδαφος. Αὐτή τήν περίοδο κορυφώνεται ὁ ἀπελευθερωτικός ἀγώνας τῶν Κυπρίων ἀπό τή βρετανική ἀποικιοκρατία μέ ἀποτέλεσμα τήν ἄμεση ἐμπλοκή τῆς Ἑλλάδος στό θέμα, ἐπιδιώκοντας τήν Ἕνωση ἀντιμετωπίζοντας ὅμως καί τήν ἀντίδραση τῆς ἰσχυρῆς συμμάχου Μεγάλης Βρετανίας. Ὁ Παπάγος ἤθελε νά ὑπερασπιστεῖ τόν Ἀγώνα τῶν Ἑλλήνων τῆς Κύπρου, ἀκόμη καί ἄν αὐτό θά εἶχε κόστος στίς σχέσεις μέ μία δύναμη, τήν Βρετανία, μέ τήν ὁποία εἶχε συμπορευτεῖ καί συμπορευόταν ἡ Ἑλλάς τά τελευταία ἐκεῖνα χρόνια.

Ἡ ἑλληνική διπλωματία ἔδρασε ἐπίσημα μέ προσφυγή στόν Ο.Η.Ε. στίς 16 Αὐγούστου 1954, ἐνῶ εἶχε προηγηθεῖ στίς 22 Δεκεμβρίου 1953 συνάντηση τοῦ Παπάγου μέ τό Βρετανό Ὑπουργό Ἐξωτερικῶν Ἀντονι Ἦντεν χωρίς νά ὑπάρξει συμφωνία. Τελικά ἡ ὑπόθεση τῆς Κύπρου ἀποφασίστηκε νά μή συζητηθεῖ ἀπό τή Γενική Συνέλευση τῶν Ἡνωμένων Ἐθνῶν καί ὡς ἀπότοκά της ἔντασης ἀνάμεσα σέ Ἑλληνοκυπρίους καί Τουρκοκυπρίους συνέβησαν τά Σεπτεμβριανά ἔκτροπα τοῦ 1955 ἐναντίον τῶν Ρωμιῶν τῆς Κωνσταντινούπολης, στά ὁποῖα ἡ κυβέρνηση ἀντέδρασε μέ χλιαρό τρόπο.

Πέθανε στίς 4 Ὀκτωβρίου 1955 τή νύχτα, μετά ἀπό σύντομη ἀσθένεια, ἐνῶ ἦταν ἀκόμη Πρωθυπουργός. Ὁ θάνατός του ἄφησε ἀνοιχτό τό Κυπριακό καί τίς πληγές ἀπό τά Σεπτεμβριανά πού εἶχαν λάβει χώρα μόλις λίγες μέρες πρίν. Θά τόν διαδεχτεῖ, μέ τήν εὔνοια τοῦ Βασιλέως, ὁ Ὑπουργός τοῦ Κωνσταντῖνος Καραμανλής, πού θά ἐγκαινιάσει τήν δική του πολιτική πορεία, μακριά ἀπό τίς Ἰδέες καί τό ἦθος τοῦ Στρατάρχου Παπάγου. Αὐτός εἶναι καί ἕνας ἀπό τούς λόγους πού ὁ ἐπικεφαλῆς τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ τό 1940 δέν ἔχει τιμηθεῖ μετά τό 1974 καί ἡ ἐπέτειος τοῦ θανάτου τοῦ πέρασε(καί φέτος) σέ ἀπόλυτη σιγή.

Γεώργιος Διον. Κουρκούτας. Καθηγητής Φιλόλογος