Σύγκριση Κοσόβου - Βορείου Ηπείρου


Μερικες σκέψεις για τη σχέση των δύο ζητηματων οπως μας ετεθησαν απο στελέχη της ΟΜΟΝΟΙΑΣ: 

 

           Στο Κόσοβο οι Αλβανοί απολάμβαναν επί Τίτο  ευρεία αυτονομία  τόσο στην  πρωτοβάθμια τοπική αυτοδιοίκηση όσο και στον εκπαιδευτικό, πολιτιστικό και θρησκευτικό τομέα με σεβασμό  όλων των δικαιωμάτων τους.  Είχαν ανεξάρτητη από την κεντρική εξουσία  εκπαίδευση ακόμη και πανεπιστημιακού επιπέδου, δικές τους εφημερίδες και ραδιοφωνικούς σταθμούς,  ενώ συμμετείχαν σε μεγάλο ποσοστό και στα οργανα τάξης & ασφάλειας. Αυτά βεβαίως περιορίστηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1990 από τον  Μιλοσεβιτς και μετά απά τα γνωστά γεγονότα (νατοϊκοί βομβαρδισμοί), οι αλβανοί βρίσκονται ένα βήμα από την ανεξαρτησία, και μάλιστα σε εδάφη που θεωρούνται η κοιτίδα του σερβικού έθνους, αν και τα τελευταία 50 χρόνια το παιχνίδι της πληθυσμιακής υπεροχής κρίθηκε οριστικά υπέρ των αλβανών.

 

          Αντιθέτως στη Βόρειο Ήπειρο ισχύουν τα εξής τραγελαφικά και ετεροβαρή σε σχέση με αυτά που απολαμβάνουν οι κοσοβάροι:

 

          1) Δεν έχει γινει ακόμη μετά από 15 χρόνια «δημοκρατίας» επίσημη και ουσιαστική απογραφή που να λαμβάνει υπ’ όψη της τις εθνικές, θρησκευτικές  και πολιτιστικές ιδιαιτερότητες των αλβανών πολιτών, κάτι που θα επέτρεπε την συστηματική καταγραφή των βορειοηπειρωτών (ελληνόφωνων, αλβανόφωνων και βλαχόφωνων) που θα διετράνωναν μέσα απο την απογραφή την ταυτότητά τους.

         2) Οι αλβανοί στηριγμένοι σε χοτζικούς νόμους αναγνωρίζουν ως μειονότητα (και πάλι όχι με πλήρη δικαιώματα  όπως προβλέπονται από τη ΔΑΣΕ και τον ΟΗΕ) μονο 99 χωριά σε 3 νομούς της Βορείου Ηπείρου. Όλες οι άλλες περιοχές (ενδεικτικά Αργυρόκαστρο, Κορυτσά, Χειμάρρα, Πρεμετή, Λεσκοβίκι Αγ. Σαράντα.) δεν αναγνωρίζονται, με συνέπεια να μην δικαιούνται τα ελληνόπουλα να μαθαίνουν τη γλώσσα και την ιστορία της πατρίδας τους, ενώ επί Χότζα δεν επιτρεπόταν ούτε η ομιλία στα ελληνικά. Χαρακτηριστική είναι η συνεχιζόμενη άρνηση των αλβανών για άνοιγμα ελληνικού σχολείου στη Χείμαρρα, ενώ στην Κορυτσά δόθηκε η άδεια αλλά με status ιδιωτικού σχολείου για να μη θεωρηθεί ως αναγνώριση ύπαρξης Ελλήνων στην περιοχή.

          3) Αλλά και στον τομέα του πολιτισμού οι Έλληνες της Βορείου Ηπείρου βλέπουν καθημερινά τα αρχαιολογικά  μνημεία τους (Βουθρωτό, Απολλωνία, Αντιγονεια, κ.α..) τεκμήρια μιας τρισχιλιόχρονης λαμπρής ιστορίας, είτε να αφήνονται στην τύχη τους και να ρημάζουν είτε να τα οικειοποιούνται οι αλβανοί ως δικά τους καταστρέφοντας τις ελληνικές επιγραφές.

           4) Στον εκκλησιαστικό τομέα, βεβαίως υπάρχει η αλβανική Εκκλησία αλλά ακόμη δεν της εχει αποδοθεί πλήρως η περιουσία της ενώ σε  εβδομαδιαία βάση υπάρχουν διαρρήξεις, κλοπές, και καταστροφές σε εκκλησάκια και ναούς κυρίως στον χώρο της ελληνικής μειονότητας. Επίσης δεν έχει λυθεί ακόμη το θέμα με την πλήρωση της κενής έδρας της Μητροπόλεως Αργυροκάστρου όπου κατοικεί και ο κύριος όγκος της μειονότητας.

           5) Τελευταιο αλλά όχι λιγότερο σημαντικό είναι το θέμα των περιουσιών των ελληνικών χωριών που βρίσκονται ανά πάσα στιγμή στο έλεος των αλβανικών δικαστικών αρχών ή στη βουλιμία του κάθε τοπικού παράγοντα που τα εποφθαλμιά. Χωρίς τις περιουσίες τους τα ελληνικά χωριά στραγγαλίζονται οικονομικά  και αυτός είναι ένας από τους σοβαρότερους λόγους (μαζί με την έλλειψη ασφαλούς και υγιούς  πλαισίου για επιχειρηματική δραστηριότητα, και την απουσία ελληνικής παιδείας για τα παιδιά τους) που οδήγησαν πολλούς  στην απόφαση να αναζητήσουν καλύτερη τύχη στην Ελλάδα.

 

            Σε όλα τα παραπάνω και σε άλλα πολλά που δεν είναι δυνατό να χωρέσουν σε ένα σύντομο άρθρο φαίνεται η χαώδης διαφορά που χωρίζει την κατάσταση των δύο περιοχών (Βορ.Ηπείρου και Κοσόβου) καθώς και το πώς κατάφεραν οι κοσοβάροι εκμεταλλευόμενοι την εύνοια του διεθνούς παράγοντα να έχουν αυτή τη στιγμή το μέλλον τους στα χέρια τους. Δυστυχώς η Ελλάδα δρώντας  σπασμωδικά παρακολουθεί μάλλον τους βορειοηπειρώτες που μένουν στον τόπο τους να δίνουν μια άνιση μάχη ενάντια στο αλβανικό κράτος  και περιορίζεται σε μεμονωμένες  αντιδράσεις  που δεν αρκούν όμως για να αλλάξουν το κλίμα και να δώσουν πραγματική ελπίδα στους Έλληνες αδελφούς μας. Αν μάλιστα συγκρίνουμε τη στάση μας με το πώς υπερασπίζονται οι εξ ανατολών γείτονές μας  υπαρκτές και ανύπαρκτες συγγενικές  τους μειονότητες, βάσει μακροπρόθεσμου σχεδιασμού και παρά τη  δεινή οικονομική τους κατάσταση, τότε μάλλον θα πρέπει να σκύψουμε το κεφάλι από ντροπή.

 

Φ.Κ., πρόεδρος ΣΦΕΒΑ Επαρχιακή Επιτροπή Θεσσαλονίκης, φθινόπωρο 2005

(δημοσιεύτηκε στο ΝΟΙΑΖΟΜΑΙ)