Ατράνταχτες οι αποδείξεις και τα τεκμηριωμένα στοιχεία για την ελληνικότητα του βορειοηπειρωτικού χώρου - μέρος Γ'


Ατράνταχτες αποδείξεις και τεκμηριωμένα στοιχεία, που μαρτυρούν την αρχαιότητα και ελληνικότητα του βορειοηπειρωτικού χώρου

(συνέχεια από το προηγούμενο)

Οι πρώτες προσπάθειες για τη χάραξη των «βιογραφικών» των χωριών έγιναν στο δικτατορικό κομμουνιστικό σύστημα με τα λεγόμενα «Βιβλία της Δόξας». Ιστορικά, όμως, που έγιναν στα μέτρα του κόμματος και του συστήματος από κομματικούς παράγοντες, περνώντας στον κόσκινο της ασφάλειας. Σ’ αυτά δόθηκε έμφαση η συμμετοχή των κατοίκων στον Αντιφασιστικό Αγώνα, η νέα ζωή στα «λαμπρά χρόνια» του κόμματος, η βάρβαρη ταξική πάλη και οι επεκτατικές τάσεις της μοναρχοφασιστικής Ελλάδας. Κανένας λόγος για την ετυμολογία, την προέλευση και την ιστορία των χωριών ανά τους αιώνες. Ούτε για τα πανάρχαια αρχαιολογικά ευρήματα, οικισμούς, εκκλησίες, μοναστήρια και σχολεία. Μάλλον κάποιος που τόλμησε να προβάλει την αρχαιότητα του δικού τους σχολείου, (τριακόσια χρόνια μπροστά από το πρώτο αλβανικό σχολείο)  κινδύνεψε με φυλάκιση. Ακόμα, το δικτατορικό κομμουνιστικό σύστημα δεν αναγνώριζε ως ελληνικής καταγωγής πολλές κοινότητες, όπως:  Πετσά,  Μουζίνα, Γαρδικάκι, Φραστανή, Λιούγκαρη, Σωπίκι, τις κοινότητες περιοχής  Χιμάρας και πολλές άλλες στους νομούς Πρεμετής και  Κορυτσάς.

Ο εν Αργυροκάστρω εδρεύων Αλβανός Επιθεωρητής των Ιδιωτικών (Κοινοτικών) Σχολείων της Μειονότητος Κολ Κότσι, διαβιβάζων δια της υπ’ αρ. 7/33 από 15ης Ιουλίου 1937 εμπιστευτικής αναφοράς του προς το εν Τιράνοις Υπουργείον Παιδείας την αναλυτικήν του έκθεση, επί Ιδιωτικών Ελληνοφώνων Σχολείων Σχολικού Έτους 1936-1937, έγραφε, μεταξύ άλλων:

«… ελληνόφωνοι περιφέρειαι, αποτελούνται από 99-100 χωρία διατεταγμένα κατά τρόπον ώστε, πλην των χωριών Σωπίκι, Παντελεήμων, Φραστανή και Λιούγκαρη, δεν  παρεμβάλλεται  μεταξύ  αυτών, ουδέν αλβανόφωνον χωρίον.  Όλαι αυταί  μαζί, είναι μία  συνέχεια των μερών, τα οποία ευρίσκο-νται εκείθεν των συνόρων μας. Τα δύο αυτά μέρη, τα ένθεν και εκείθεν διακοπτόμενα μόνον υπό της γραμμής των συνόρων, έχουν σχεδόν την αυτήν γεωγραφικήν και κοινωνικήν σύστασιν. Έχουν την αυτήν θρησκείαν, την αυτήν ιστορίαν,  τα αυτά  έθιμα,  την ιδίαν  ενδυμασίαν  και είναι στενά συνδεδεμένα δια συγγενικών και πάσης φύσεως συμφερόντων. Το τμήμα, το εναπομείναν εντός των συνόρων μας, είναι ελληνόφωνον από απόψεως γλώσσης και ελληνικόν από απόψεως αισθημάτων. Είναι περισσότερον ελληνικόν από ό,τι το άλλο μέρος, επειδή το μέρος εκείθεν των συνόρων ησύχασεν από κίνδυνον που ηπείλει την γλώσσαν και την εθνικήν του ψυχήν, ενώ το μέρος το ένθεν των συνόρων, μη επιθυμούν να αναγνωρίση την γενομένην αλλαγήν, διετήρησεν, όπως πρώτα, το πνεύμα της αντιδράσεως…».

Ενώ ο αείμνηστος Δημήτριος Χασιώτης γράφει: «Η Ήπειρος, αυτή η κοίτης και ο πρώτος σταθμός του Ελληνικού έθνους και του Ελληνικού πολιτισμού, αρχαιότατα κατοικήθει και απετέλεσε πρώτιστα και μάλιστα την αρχαίαν Ελλάδα. Αρχήθεν η Ήπειρος υπήρξεν η Ελλάς της Ελλάδος και το πρώτον λύκνον του Ελληνισμού. Οι δε κάτοικοι της Ηπείρου υπήρξαν τόσο γνήσιοι Έλληνες, ώστε όλοι οι αρχαίοι προγονοί μας ελογιζόνταν Ηπειρώτες.».

Άραγε  και η Ε.Ε. Μειονότητα που κατοικεί από αιώνες στο Βόρειο μέρος της Ηπείρου, στη Βόρεια Ήπειρο, που είναι ασφαλώς αναπόσπαστο κομμάτι  της ενιαίας Ηπείρου, είναι το λύκνον του Ελληνισμού, είναι η Ελλάς της Ελλάδος.

Βαγγέλης Παπαχρήστος