Η Λήξη του Αυτονομιακού Αγώνος και η Έναρξη του Α΄Παγκοσμίου Πολέμου


Τήν αὐτή περίοδο, μία σοβαρή πολιτική κρίση σοβοῦσε στό ἐσωτερικό του νεοσύστατου ἀλβανικοῦ κράτους. Τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1914, ἡ Ἰταλία παρότρυνε τόν φιλόδοξο Στρατηγό Essad Pascha νά ἔρθει σέ ἀνοικτή ρήξη μέ τόν Βασιλέα Γουλιέλμο, τόν ὁποῖο ἡ Ρώμη θεωροῦσε φιλικά διακείμενο πρός τήν Βιέννη. Ὁ Γουλιέλμος διέταξε τήν σύλληψη τοῦ Essad, γεγονός τό ὁποῖο προκάλεσε τήν γενική κατακραυγή τῶν ὑπηκόων του. Ὁ νεαρός Βασιλεύς, ἔντρομος μπροστά στήν ἔκταση καί τήν βιαιότητα τῆς ἐξεγέρσεως, κατέφυγε σέ ἕνα ἰταλικό πολεμικό πλοῖο. Τό σκάφος αὐτό παρέμεινε ἐντός τῶν ἀλβανικῶν χωρικῶν ὑδάτων (ὕστερα ἀπό ἐντολή τοῦ Γουλιέλμου), πρός μεγάλη ἀπογοήτευση τῶν Ἰταλῶν, καί ὁ Βασιλεύς τῆς Ἀλβανίας ξεκίνησε διαπραγματεύσεις μέ τούς ἐπικεφαλῆς τῶν ἐξεγερμένων. Σημειωτέον ὅτι ἀμέσως μετά τήν ἀποχώρησή του ἀπό τό Δυρράχιο (τό ὁποῖο ἀποτελοῦσε προπύργιό του), οἱ ἀντιφρονοῦντες εἰσῆλθαν στήν πόλη κατέβασαν τήν ἀλβανική σημαία καί ὕψωσαν τήν τουρκική. Σύντομα δέ συνεστήθη μία Γερουσία ὑπό τήν προεδρία τοῦ Μουσταφᾶ Ντρόκα. Αὐτή ἔστειλε μία ἀντιπροσωπεία στήν Κωνσταντινούπολη γιά νά προσφέρει τό ἀλβανικό στέμμα στόν Σουλτάνο.

Ἡ κρίση αὐτή εἶχε σαφεῖς ἐπιπτώσεις καί στήν στάση τῶν Ἀλβανῶν ἔναντι τῶν Βορειοηπειρωτῶν. Ἡ διχασμένη ἀλβανική πολιτική ἡγεσία ἦρθε σέ συμβιβασμό μέ τούς Βορειοηπειρῶτες, οἱ ὁποῖοι εἶχαν προχωρήσει στήν σύσταση τῆς «Αὐτόνομης Δημοκρατίας τῆς βορείου Ἠπείρου» ἀπό τήν 17η Φεβρουαρίου. Ἡ σύσταση τῆς «Αὐτόνομης Δημοκρατίας τῆς βορείου Ἠπείρου» ἔγινε στό Ἀργυροκάστρο. Ἐξεδόθη καί μία προκήρυξη, ἡ ὁποία ἀνέφερε τά ἑξῆς:

 

         Ἠπειρῶται,
      Ἡ ἐν Ἀργυροκάστρω συνελθοῦσα Συντακτική Συνέλευσις τῶν ἀντιπροσώπων, οὖς ὁμοφώνως ἀνέδειξεν ἡ γνώμη τοῦ Λαοῦ, ἀνεκύρηξεν τήν ἵδρυσιν τῆς Αὐτονόμου Πολιτείας τῆς Βορείου Ἠπείρου, ἀποτελεσθησομένη ἐκ τῶν Ἐπαρχιῶν τάς ὁποίας ἐξαναγκάζεται ὅπως ἐγκαταλείψει ὁ ἑλληνικός στρατός...
      Ἡ Βόρειος Ἤπειρος κηρύσσει τήν ἀνεξαρτησίαν της καί προσκαλεῖ τούς πολίτας τῆς ὅπως   ὑποβαλλόμενοι εἰς πάσαν θυσίαν προασπίσωσι τήν ἀκεραιότητα τοῦ ἐδάφους καί τάς ἐλευθερίας της, ἀπό πάσης προσβολῆς.   
        Ἡ Προσωρινή Κυβέρνησις, ὁ Πρόεδρος Γεώργιος Χρηστάκης-Ζωγράφος

Ἔχει γραφεῖ ὅτι τό ἐπίσημο ἑλληνικό κράτος ὄχι μόνον δέν βοήθησε τόν ἀγώνα τῶν βορειοηπειρωτῶν ἀλλά προέβαλε καί πάσης φύσεως προσκόμματα. Μάλιστα ἔχει γραφεῖ ὅτι ὁ Βενιζέλος ἀπεκάλεσε τόν Χρηστάκη–Ζωγραφο «προδότη». Ἀκριβῶς τρεῖς μῆνες ἀργότερα, ἡ Διεθνής Ἐπιτροπή Ἐλέγχου ὑπέγραψε μαζί τήν κυβέρνηση τῆς «Αὐτόνομης βόρ. Ἠπείρου» τό Πρωτόκολλο τῆς Κερκύρας (τήν 17η Μαΐου τοῦ 1914). Σύμφωνα μέ τό κείμενο αὐτό, οἱ Βορειοηπειρῶτες θά ἀπελάμβαναν πολλῶν προνομίων στό πλαίσιο μίας εὐρύτατης αὐτονομίας. Ἐντούτοις, οἱ ὄροι τοῦ πρωτοκόλλου αὐτοῦ οὐδέποτε ἐφαρμόστηκαν στήν πράξη, ἐνῶ καί τό ἴδιο τό κείμενο ἐπικυρώθηκε ἀπό τήν πλειοψηφία τῶν ἀντιπροσώπων τῶν Βορειοηπειρωτῶν μόνον ὕστερα ἀπό προσωπική παρέμβαση τοῦ ἰδίου τοῦ πρωθυπουργοῦ τῆς Ἑλλάδος Ἔλ. Βενιζέλου. Ἐν τούτοις, οἱ ἐκπρόσωποι τῆς Χειμάρρας ἐπέμειναν μέχρι τέλους στήν ἐπιθυμία τους γιά ἕνωση μέ τήν Ἑλλάδα καί ἀρνήθηκαν νά ἐπικυρώσουν τό πρωτόκολλο.

 Τήν 28η Ἰουνίου 1914, μία ὁμάδα Σέρβων τρομοκρατῶν (οἱ ὁποῖοι εὐρίσκοντο σέ στενή διασύνδεση μέ ὑψηλά ἱσταμένους κύκλους στό Βελιγράδι) δολοφόνησε τόν διάδοχό του θρόνου τῆς Δυαδικῆς Μοναρχίας (Αὐστροουγγαρίας) Ἀρχιδούκα Φραγκίσκο-Φερδινάνδο καί τήν σύζυγό του Σοφία, στό Σεράγεβο. Ἡ Βιέννη δέν ἱκανοποιήθηκε ἀπό τίς ἐξηγήσεις τοῦ Βελιγραδίου καί ἀπέστειλε σέ αὐτό μία τελεσιγραφική διακήρυξη. Οἱ Σέρβοι, ἐνθαρρυμένοι ἀπό ρωσσικούς πανσλαβιστικούς κύκλους, ἀπέρριψαν τό τελεσίγραφο καί ὁ πόλεμος μεταξύ της Αὐστροουγγαρίας καί τῆς Σερβίας κατέστη ἀναπόφευκτος. Δυστυχῶς, κατά τήν συγκεκριμένη περίπτωση, ἡ κρίση δέν κατέστη δυνατόν νά ἐλεγχθεῖ. Τόν Αὔγουστο τοῦ ἰδίου ἔτους, ἡ Εὐρώπη τυλίχθηκε στίς φλόγες, καθώς ἡ μία μετά τήν ἄλλη ὅλες οἱ Μεγάλες Δυνάμεις κήρυτταν τόν πόλεμο στά κράτη τοῦ ἀντίπαλου συνασπισμοῦ.  Στήν Εὐρώπη εἶχαν ἤδη σχηματιστεῖ τά ἀντιμαχόμενα στρατόπεδα. Τό πρῶτο περιελάμβανε τήν Αὐστροουγγαρία, τήν Γερμανία καί τήν Ἰταλία, ὀνομαζόταν Τριπλῆ Συμμαχία ἤ Συμμαχία τῶν Κεντρικῶν Αὐτοκρατοριῶν καί ἡ σύστασή του χρονολογεῖτο ἀπό τόν 19ο αἰώνα.

Τό δεύτερο ἦταν ἡ Τριπλῆ ἤ Ἐγκάρδια Συνεννόηση (Triple Entente ἤ Entente Cordiale), στήν ὁποία συμμετεῖχαν ἡ Γαλλία, ἡ Μέγ. Βρεταννία καί ἡ Ρωσσία. Ὁ συνασπισμός αὐτός μορφοποιήθηκε σταδιακά. Ἡ μή ἀνανέωση τῆς γερμανορωσσικῆς Συνθήκης Ἀσφαλείας ὁδήγησε τήν Ἁγία Πετρούπολη σέ προσέγγιση μέ τό, ἐπί μακρόν ἀπομονωμένο, Παρίσι, στά τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ 1880. Στίς ἀρχές τῆς ἑπομένης δεκαετίας, οἱ δύο χῶρες δεσμεύτηκαν νά ἀλληλοβοηθηθοῦν σέ περίπτωση πολέμου. Τό 1894, ὑπεγράφη μία μυστική συνθήκη συμμαχίας μεταξύ τῶν δύο κρατῶν. Ἄλλωστε, τό Παρίσι προετοιμαζόταν γιά πόλεμο μέ τήν Γερμανία ἀπό τήν ἑπομένη τῆς ἥττας του στόν γαλλοπρωσσικό πόλεμο τῶν ἐτῶν 1870 - 1871.  Τό 1904, τό Παρίσι καί τό Λονδίνο κατέληξαν σέ μία συμφωνία μέ ἀντικείμενο τίς κτήσεις τους στήν Ἀφρική καί τό 1912 οἱ κυβερνήσεις τῶν δύο χωρῶν διεύρυναν τήν συνεργασία τους μέ σκοπό τήν ἀπό κοινοῦ ἀντιμετώπιση κάθε πράξεως βίας, ἡ ὁποία θά προήρχετο ἀπό τρίτη χώρα. Σημειωτέον ὅτι ἡ περίπτωση αὐτή δέν ἴσχυε γιά τήν Ρωσσία, παραδοσιακό ἀνταγωνιστή τῶν Βρεταννῶν στήν Ἀσία, ἀφοῦ ἡ Ἁγία Πετρούπολη εἶχε ὑπογράψει μία συμφωνία μέ τό Λονδίνο, ἡ ὁποία διευθετοῦσε τίς ζῶνες ἐπιρροῆς τους στήν περιοχή, τό 1907. Τήν 5η Σεπτεμβρίου τοῦ 1914, οἱ τρεῖς Μεγάλες Δυνάμεις συμφώνησαν νά μήν ὑπογράψουν χωριστές συνθῆκες εἰρήνης μέ τά κράτη τοῦ ἀντίπαλου συνασπισμοῦ.

Ἡ μόνη χώρα ἀπό τίς προαναφερθεῖσες, ἡ ὁποία δέν εἰσῆλθε στόν πόλεμο (ὡς ὄφειλε), ἦταν ἡ Ἰταλία. Ὁ Ἰταλός πρωθυπουργός Ἀντόνιο Σαλάντρα (Antonio Salandra) δήλωσε ὅτι ἡ χώρα του θά παρέμενε οὐδέτερη. Ἐντούτοις, ἡ Ρώμη θεωροῦσε πώς τῆς παρουσιαζόταν μία λαμπρή εὐκαιρία γιά νά διεκδικήσει τήν πραγματοποίηση ὅλων τῶν ἐπεκτατικῶν της σχεδίων, διαπραγματευόμενη ἐν εὐθέτω χρόνω καί μέ τούς δύο συνασπισμούς. Ἐπιπλέον, ἡ κυβέρνηση θά ἀπέφευγε τήν σύγκρουση μέ μία μεγάλη μερίδα τῆς ἰταλικῆς κοινῆς γνώμης, ἡ ὁποία εἶχε φιλειρηνικές τάσεις. (συνεχίζεται) 

 Ἰωάννης Σ. Παπαφλωράτος

Νομικός-Διεθνολόγος

Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν

(Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο ὑπό τόν τίτλο «Ἡ ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ, 1833 – 1949», Θεσσαλονίκη : ἐκδόσεις Σάκκουλα, 2014)

Φωτογραφία: Ὁ διάδοχός του θρόνου τῆς Αὐστροουγγαρίας Φραγκίσκος-Φερδινάνδος καί ἡ σύζυγός του Σοφία, λίγα λεπτά πρίν ἀπό τήν δολοφονία τους στό Σεράγεβο, τήν 28η Ἰουνίου 1914.