ΟΞΥΝΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟΪΤΑΛΙΚΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΣΤΟΝ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ & ΤΗΣ ΣΗΜΕΡΙΝΗΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ (ΘΕΡΟΣ 1915-ΤΕΛΗ 1916)


Ἰωάννης Σ. Παπαφλωράτος

Νομικός-Διεθνολόγος

Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν

 

Τό θέρος τοῦ 1915, Σέρβοι καί Μαυροβούνιοι κατέλαβαν τό βόρειο τμῆμα τῆς σημερινῆς Ἀλβανίας μέ ἀποτέλεσμα πολλοί Ἀλβανοί ἐθνικιστές νά φύγουν πανικόβλητοι γιά τήν Ἰταλία. Τά ἰταλικά σχέδια διεφάνησαν ἀνάγλυφα μετά τήν ἔξοδο τῆς Βουλγαρίας στόν πόλεμο (στό πλευρό τῶν Κεντρικῶν Αὐτοκρατοριῶν) καί τήν σαρωτική ἐπίθεση τήν ὁποία δέχθηκε ἡ Σερβία ἀπό τά στρατεύματα τῶν τελευταίων. Οἱ μόνες δυνάμεις τίς ὁποῖες διέθεταν τά κράτη τῆς Συνεννοήσεως στήν Βαλκανική ἦταν αὐτές τῆς Ἰταλίας στήν Ἀλβανία. Ἀρχικῶς, ἡ Ρώμη ζήτησε τήν ἄδεια νά ἀποβιβάσει ἐπιπλέον στρατεύματα στόν Αὐλώνα πρός ἐνίσχυση τῶν σκληρά δοκιμαζόμενων Σέρβων. Πράγματι, οἱ Ἀγγλογάλλοι συμφώνησαν ὑπό τήν πίεση τῶν νέων δεδομένων καί οἱ Ἰταλοί συγκρότησαν μία εἰδική μονάδα, τήν ὁποία ὀνόμασαν «Corpo Speciale Italiano d’ Albania». Ἐπικεφαλῆς τῆς μονάδος αὐτῆς τοποθετήθηκε ὁ Στρατηγός Bernotti. Ἄν καί ἡ Ρώμη δέχθηκε ἔντονες πιέσεις, ὄχι μόνο δέν βοήθησε καθόλου τήν Σερβία ἀλλά διέταξε τούς ἄνδρες της νά στραφοῦν πρός νότον!

Ἡ κίνησή τους αὐτή προκάλεσε ἔνταση μέ τούς Ἕλληνες. Ἀρχικῶς, οἱ ὅποιες διαφωνίες ἦταν διοικητικῆς φύσεως καί ἀφοροῦσαν τά ὅρια εὐθύνης τῶν δύο χωρῶν. Σύντομα, ὅμως, ἀπέκτησαν ἄλλη μορφή λόγω τοῦ διορισμοῦ τοῦ (Ἠπειρωτικῆς καταγωγῆς) Στρατηγοῦ Παν. Δαγκλῆ στήν θέση τοῦ ὑπουργοῦ Στρατιωτικῶν. Ἡ Ρώμη ἐξέφρασε τήν δυσφορία της γιά τόν διορισμό αὐτό, ὑπερβαίνοντας γιά μία ἀκόμη φορᾶ τά διπλωματικά ἐσκαμμένα. Ἐπιπλέον, ὑψηλόβαθμοι διπλωμάτες τοῦ ἰταλικοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν διεμήνυσαν στόν Ἕλληνα πρεσβευτή Κορομηλᾶ ὅτι ἡ χώρα τους δέν θά ἀνεχόταν τήν ἐπέκταση τῆς ἑλληνικῆς ζώνης μέχρι τό Βεράτι. Τά προαναφερθέντα γεγονότα ὁδήγησαν σέ ἐπιδείνωση τῶν διμερῶν ἑλληνοϊταλικῶν σχέσεων. Ἀργότερα, ὅμως, ἡ κατάσταση ἐξομαλύνθηκε, καθώς τά ἰταλικά στρατεύματα καί οἱ δυνάμεις τοῦ Essad Pascha ἀπεχώρησαν ἀπό τό Δυρράχιο, δίχως νά ἑνωθοῦν μέ τούς ὑπόλοιπους Ἰταλούς, οἱ ὁποῖοι ἦταν ἐγκατεστημένοι κοντά στίς ἐκβολές τοῦ Ἀώου, τόν ἑπόμενο Φεβρουάριο.

Ἡ κυβέρνηση Σκουλούδη θεώρησε κατάλληλες τίς περιστάσεις προκειμένου νά κάνει δεκτούς στό Κοινοβούλιο τούς Βορειοηπειρῶτες βουλευτές, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἐκλεγεῖ κατά τίς βουλευτικές ἐκλογές τοῦ Νοεμβρίου τοῦ 1915. Συνολικά, ἐξελέγησαν δεκαοκτώ (18) βουλευτές, ἕντεκα (11) στήν ἐπαρχία Ἀργυροκάστρου καί ἑπτά (7) στήν ἐπαρχία Κορυτσᾶς Σημειωτέον ὅτι στίς ἐκλογές ἐκεῖνες δέν εἶχαν συμμετάσχει οἱ Φιλελεύθεροι. Μάλιστα, ἡ τελετή ὑποδοχῆς τους στήν Ἀθήνα ἔλαβε πανηγυρικό χαρακτήρα, γεγονός τό ὁποῖο ἐξόργισε ἔτι περαιτέρω τούς Ἰταλούς. Ὁ ὑπουργός Ἐξωτερικῶν βαρῶνος (Giorgio) Sidney Sonnino προέβη σέ ἔντονες παραστάσεις πρός τούς ὁμολόγους του τῆς Συνεννοήσεως. Ἀρχικῶς, ἡ ἑλληνική κυβέρνηση ἔδειξε νά ἀνθίσταται στίς πιέσεις ἀλλά τελικῶς ἀναγκάστηκε νά ὑποχωρήσει καί νά ζητήσει ἀπό τούς Βορειοηπειρῶτες βουλευτές νά τήν «διευκολύνουν». Σέ ἀντάλλαγμα γιά τήν ὑποχώρηση αὐτή, ἡ ἑλληνική κυβέρνηση ἔλαβε ἕνα μέτρο ὑψίστης σπουδαιότητος, προχωρώντας στήν ἔκδοση βασιλικῶν διαταγμάτων, μέ τά ὁποία προσαρτεῖτο ἐπισήμως ἡ βόρεια Ἤπειρος στό ἑλληνικό βασίλειο (τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1916).

Ἦταν μία εὐφυής κίνηση στήν διπλωματική σκακιέρα, ἡ ὁποία ἔφερε σέ πολύ δύσκολη θέση τήν Ρώμη. Οἱ Ἰταλοί διπλωμάτες δέν μποροῦσαν νά ἀμφισβητήσουν εὐθέως τά ἀπαράγραπτα δικαιώματα τῆς Ἑλλάδος στήν περιοχή καί ὀχυρώθηκαν πίσω ἀπό τό ἐπιχείρημα ὅτι οἱαδήποτε τέτοια ἐξέλιξη ἦταν πρόωρη, μεσοῦντος τοῦ πολέμου. Ἡ τύχη τῆς βορείου Ἠπείρου, ὅπως καί ἄλλων περιοχῶν, θά καθοριζόταν μεταπολεμικά. Στό πλαίσιο αὐτό, ἡ Ρώμη πρότεινε τήν ἀντικατάσταση τῶν ἑλληνικῶν στρατευμάτων, τά ὁποία εἶχαν ἐγκατασταθεῖ ἐκεῖ ἀπό διετίας, μέ αὐτά μίας Μεγάλης Δυνάμεως (προφανῶς ὑπονοώντας μέ ἰταλικά). Ἡ ἑλληνική διοίκηση ἦταν ἀνεπαρκής (γιά τούς Ἰταλούς), ἔκανε διακρίσεις εἰς βάρος τῶν Ἀλβανῶν καί ἄφηνε ἀνεξέλεγκτη τήν δράση διαφόρων ἑλληνικῶν συμμοριῶν. Πρός τοῦτο, ἡ ἰταλική στρατιωτική ἡγεσία διέταξε τήν κατάληψη ἐδαφῶν, τά ὁποία τελοῦσαν ὑπό τόν ἔλεγχο τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ. Ἡ ἐνέργεια αὐτή ἀποτελοῦσε μία πρωτοφανῆ κλιμάκωση τῶν ἰταλικῶν προκλήσεων. Ἡ Ἀθήνα «ἀπήντησε» μέ τήν ὑποβολή ἐντόνων διαβημάτων καί προχώρησε σέ ἐνημέρωση τῶν ξένων ἀντιπροσωπειῶν.

Τόν Αὔγουστο τοῦ 1916 (καί ἐνῶ στήν Ἑλλάδα εἶχε ξεσπάσει ὁ «ἐθνικός διχασμός»), ἰταλικά στρατεύματα κατέλαβαν τό Τεπελένι καί τά χωριά Δρυμάδες καί Παλιάσσα. Τόν ἑπόμενο μήνα, προχώρησαν στήν κατάληψη τῶν Ἁγίων Σαράντα, τοῦ Ἀργυροκάστρου, τοῦ Δέλβινου, τῆς Πρεμετῆς καί τῆς Χειμάρρας, προκαλώντας τόν ἐνθουσιασμό τῶν Ἀλβανῶν ἐθνικιστῶν. Σέ ὅλα τά προαναφερθέντα μέρη, οἱ Ἰταλοί ἐξεδίωξαν τίς ἑλληνικές Ἀρχές, ἀπεμάκρυναν τούς Ἕλληνες ὑπαλλήλους ἀπό τίς δημόσιες ὑπηρεσίες καί ἔκλεισαν πολλά ἑλληνικά σχολεῖα. Ὁ ἑλληνισμός τῆς Ἠπείρου εἶχε ξεσηκωθεῖ καί στήν Ἀθήνα ὑπῆρχε ἔντονη ἀγανάκτηση γιά τίς ἰταλικές ἐνέργειες. Ἡ ἑλληνική κυβέρνηση κατήγγειλε τήν ἰταλική πολιτική ἀλλά τά συνεχῆ διαβήματα ἤς προσέκρουσαν στήν παγερή ἀδιαφορία τῶν κρατῶν τῆς Συνεννοήσεως καί στήν ἔκφραση συμπαθείας ἀπό μέρους τῶν κυβερνήσεων τῶν Κεντρικῶν Αὐτοκρατοριῶν. Ἡ Ἀθήνα (κυβέρνηση Ἀλεξ. Ζαΐμη) ἀπήντησε δυναμικά, ἀρνούμενη νά χορηγήσει ἄδεια διελεύσεως σέ δυνάμεις τῆς Ρώμης ἀπό τό ἑλληνικό ἔδαφος γιά τόν ἀνεφοδιασμό τῶν Συμμαχικῶν στρατευμάτων τοῦ Μακεδονικοῦ μετώπου (τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1916). (συνεχίζεται)

(Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο ὑπό τόν τίτλο «Ἡ ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ, 1833 – 1949», Θεσσαλονίκη: ἐκδόσεις Σάκκουλα, 2014)

ΛΕΖΑΝΤΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ: Ἰταλική μοίρα τρικύκλων πολυβολητῶν στό Βαλκανικό μέτωπο κατά τόν Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πηγή: Φωτογραφικό λεύκωμα τοῦ κ. Νίκ. Βασιλάτου ὑπό τόν τίτλο «Ἡ ἱστορία μέ τόν φακό τῶν φωτογράφων (1880 – 1941)».