Η ΗΠΕΙΡΟΣ ΣΤΟ ΔΙΑΒΑ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ - Ἀπὸ τὸν βασιλέα Θαρύπα ἕως τὸ τέλος τῶν Αἰακιδῶν


ΙΙ. Ἀπὸ τὸν βασιλέα Θαρύπα ἕως τὸ τέλος τῶν Αἰακιδῶν.

Στὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου π.Χ αἰώνα ἡ ἰλλυρικὴ δύναμη γίνοταν ὁλοένα καὶ ἀπειλητικότερη γιὰ τὴν χώρα. Κατὰ τὴν παράδοση σὲ μία μόνο ἡμέρα κατεσφάγησαν ἀπὸ τοὺς Ἰλλυριοὺς 15.000 ἄνδρες Μολοσσοί, γεγονὸς ποὺ καταδεικνύει τὴν μεγάλη πληθυσμιακὴ πυκνότητα τῆς χώρας. Τελικὰ οἱ εἰσβολεῖς ἀπωθήθηκαν ἀπὸ τοὺς Σπαρτιάτες, κυρίαρχους τῶν ἑλληνικῶν πραγμάτων στὰ μετὰ τὸν πελοποννησιακὸ πόλεμο χρόνια. Μὲ τὴν ἐπάνοδο, ὅμως, τῆς ἀθηναϊκῆς δύναμης ἡ Ἤπειρος συντάχθηκε μὲ τὴν Ἀθήνα. Ἡ βασιλεία τοῦ Ἀλκέτα ὑπῆρξε δυναμική, καθὼς χάρις στὶς τολμηρές του ἐνέργειες, πρὸς ὄφελος τῶν Ἀθηναίων, ἔλαβε χορηγία ἀργύρου, καὶ προέβη στὴν κοπὴ τῶν πρώτων μολοσσικῶν νομισμάτων.

Ἀπὸ τὰ μέσα τοῦ 4ου π.Χ. αἰώνα ἡ Ἑλλάδα γνωρίζει τὴν διαρκῶς αὐξανόμενη δύναμη τῆς Μακεδονίας, ὁ βασιλέας τῆς ὁποίας Φίλιππος, νυμφεύεται τὴν Ὀλυμπιάδα, κόρη τοῦ Ἠπειρώτη βασιλέα Νεοπτόλεμου, γιοῦ τοῦ Ἀλκέτα Α΄. Ὁ Φίλιππος Β’ μεταμορφώνει τὴν Μακεδονία, καθιστώντας την κυρίαρχη δύναμη στὴν χερσόνησο τοῦ Αἵμου (Βαλκανική), ποὺ οἱ βλέψεις του, ὅμως, δὲν σταματοῦν ἐκεῖ. Εἰσβάλλει στὴν Ἤπειρο, κατὰ τῶν νότιοελληνικῶν ἀποικιῶν, ποὺ βρίσκονται διάσπαρτες στὸ ἔδαφός της, τὶς ὁποῖες καὶ κατακτᾶ, γιὰ νὰ τὶς παραχωρήσει στὴν συνέχεια στὸν γυναικάδελφό του Ἀλέξανδρο Α΄.

Ἡ βασιλεία τοῦ Ἀλεξάνδρου ἐγκαινιάζει μία νέα ἐποχὴ γιὰ τὴν Ἤπειρο, σταθμὸς τῆς ὁποίας ἀναδείχθηκε ἡ ἐγκαθίδρυση τῆς Συμμαχίας τῶν Ἠπειρωτῶν, ἢ ἀλλιῶς Ἀπείρου, στὸ β’ μισό του 4ου π.Χ. αἰώνα. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ καταδεικνύει τὴν πολιτική, καὶ πολιτισμικὴ ἐξέλιξη τῶν ἠπειρωτικῶν πραγμάτων, καθὼς στὸ πλαίσιο τοῦ νέου πολιτικοῦ ὀργανισμοῦ ἡ χώρα βρισκόταν ἑνοποιημένη, γιὰ πρώτη φορὰ στὴν Ἱστορία της.

Ἡ Ἄπειρος μετατρέπεται σὲ μία ἰσχυρὴ χώρα, ἀπαλλαγμένη πιὰ ἀπὸ τὴν ἰλλυρικὴ ἐπιβουλή, χάρη στὴν συνδρομὴ τῶν Μακεδόνων, τῶν ὁποίων παραμένει πιστὴ σύμμαχος καὶ ἀναδεικνύεται προστάτης τῶν Ἑλλήνων τῆς Δύσης ἀπέναντι στοὺς βαρβάρους ποὺ ἀπειλοῦσαν τὶς ἑλληνίδες πόλεις τὴν Ἰταλίας καὶ τῆς Σικελίας. Ἡ φιλόδοξη ἐκστρατεία τοῦ Ἀλεξάνδρου Α΄ στάθηκε, ὅμως, μοναχική, καθὼς ὁ Ἑλληνισμὸς ἔδειχνε νὰ στρέφει ὁλοκληρωτικὰ τὰ μάτια του στὴν Ἀνατολή. Τὸ ἀποτέλεσμα της ἂν καὶ ἀτυχὲς ὑπῆρξε γόνιμο καθὼς ἕνας ἀκόμη βασιλέας τοῦ οἴκου τῶν Αἰακιδῶν θὰ ἀκολουθοῦσε τὸ ὄνειρό του γιὰ τὴν κατάκτηση τῆς Δύσης. Τὸ ὄνομά του; Πύρρος, ὁ βασιλέας τῆς Ἠπείρου.

Ἡ βασιλεία τοῦ ἄνδρα αὐτοῦ ὑπῆρξε μία περίοδος καινοτομίας, δόξας, ἐκπολιτισμοῦ καὶ ἐπέκτασης γιὰ τὸ ἔθνος τῶν Μολοσσῶν, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν Ἤπειρο ὡς πολιτικὴ καὶ πολιτισμικὴ ὀντότητα. Γεννημένος στὰ 318 π.Χ, ὁ Πύρρος, ὁ γιὸς τοῦ Αἰακίδη, ἐγγονὸς τοῦ βασιλέα Ἀρρύβα, ποὺ ἦταν θεῖος τοῦ γενναίου Ἀλεξάνδρου Α’, γνώρισε δύσκολη παιδικὴ ἡλικία, μὲ τὴν ἀνατροπὴ τοῦ πατέρα του καὶ τὴν φυγή του στὴν αὐλὴ τοῦ Ἰλλυριοῦ βασιλέα τῶν Ταυλαντίων, Γλαυκία. Ἡ πορεία τοῦ ἐξόριστου Ἠπειρώτη πρίγκιπα σημαδεύτηκε ἀπὸ τὶς σχέσεις μεταξὺ τῶν διαδόχων τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου, οἱ ὁποῖοι στὰ 301 π.Χ συγκρούστηκαν ἐκ νέου στὴν Ἰψὸ τῆς Μ. Ἀσίας.  Στὴ μεγάλη ἐκείνη μάχη ἔλαβε μέρος καὶ ὁ Πύρρος, στὸ πλευρὸ τοῦ Ἀντιγόνου Α’, τοῦ Μονόφθαλμου καὶ τοῦ υἱοῦ τοῦ Δημητρίου, ὡστόσο ἡ συντριβὴ τῶν συμμάχων του καὶ ὁ θάνατος τοῦ Ἀντιγόνου, ὁδήγησαν τὸν νεαρὸ Πύρρο στὴν Αἴγυπτο, ὅμηρο στὰ χέρια τοῦ Πτολεμαίου Α’ τοῦ Σωτήρα.

Ἡ διαμονὴ του ἐκεῖ σημάδεψε, κατὰ ἕνα τρόπο, τὴν μετέπειτα πορεία τοῦ Ἡγεμόνα τῆς Ἠπείρου, καθὼς ἡ αὐλὴ τοῦ Πτολεμαίου στὴν Ἀλεξάνδρεια ἀναδείχθηκε σὲ πραγματικὸ σχολεῖο γιὰ τὸν νεαρό, τότε Πύρρο, ἐνῶ ἡ ἀφοσίωση ποὺ ἐκεῖνος ἔδειχνε στὶς πολεμικὲς τέχνες, στὴ μελέτη τῶν γραμμάτων ἀλλὰ καὶ ἡ ἀποστροφή του πρὸς τὶς διασκεδάσεις καὶ τὴν τρυφηλὴ ζωὴ γρήγορα κέρδισαν τὴν συμπάθεια πολλῶν ἀνθρώπων τῆς αὐλῆς, συμπεριλαμβανομένης καὶ τῆς βασίλισσας Βερενίκης, συζύγου τοῦ Πτολεμαίου. Ὁ ἀνέστιος πρίγκιπας τῆς Ἠπείρου γοητεύτηκε ἀπὸ τὸν πλοῦτο, τὸν πολιτισμό, τὶς τέχνες καὶ τὸ μεγαλεῖο τῶν νέων ἑλληνιστικῶν βασιλείων τῆς Ἀνατολῆς, ἡ ἐπίδραση μάλιστα ποὺ εἶχε ὁ ἀναγεννημένος ἑλληνικὸς πολιτισμὸς στὸν Πύρρο ἦταν τεράστια καὶ γίνεται φανερὴ μέσα ἀπὸ τὸ πολιτιστικό του ἔργο, ὡς βασιλέα καὶ Ἡγεμόνα τῆς Ἠπείρου.

Στὰ 296 π.Χ ὁ Πύρρος, χάρη στὴ συνδρομὴ τῆς Βερενίκης, τῆς ὁποίας τὴν κόρη Ἀντιγόνη εἶχε παντρευτεῖ, καὶ τοῦ Πτολεμαίου, ἀνακτᾶ τὸν θρόνο τῶν προγόνων του καὶ ἀναλαμβάνει τὴν Ἡγεμονία ὅλων τῶν Ἠπειρωτῶν. Ἡ δραστήρια βασιλεία του ἐγκαινιάζει μία φάση ἀστικοποίησης γιὰ τὴν χώρα, κατὰ τὴν ὁποία δύο νέες πόλεις ἱδρύονται ἀπὸ τὸν βασιλέα, ἐνῶ προχωρεῖ ἡ ἀνάπτυξη πολλῶν οἰκισμῶν σὲ μικρὲς πόλεις. Ὀνομαστικὰ συνδέονται μὲ τὸν Πύρρο δύο πόλεις, ἡ πρώτη στὸ νότο καὶ ἡ δεύτερη στὰ βόρεια τοῦ βασιλείου του. Ἡ πρώτη, ἡ Βερενίκη, ἱδρύθηκε γύρω στὰ 290 π.Χ, πρὸς τιμὴν τῆς πανίσχυρης πεθερᾶς τοῦ βασιλέα, στὸ σημεῖο τῆς ἀποβίβασης του κατὰ τὴν ἐπάνοδό του ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο. Ἡ θέση της τοποθετεῖται κοντὰ στὴ σημερινὴ πόλη τῆς Πρέβεζας, ἐνῶ ἡ δεύτερη ἵδρυση τοῦ Πύρρου βρίσκονταν στὴν Χαονία, στὴ σημερινὴ βόρειο Ἤπειρο. Ἡ πόλη αὐτὴ ὀνομάστηκε Ἀντιγόνεια, πρὸς τιμὴν τῆς συζύγου τοῦ Ἠπειρώτη ἡγεμόνα.

Ἡ ἵδρυση τῆς Ἀντιγόνειας στὸ βορρᾶ, ἀλλὰ καὶ ἡ μεταφορὰ τῆς πρωτεύουσας τοῦ κράτους του ἀπὸ τὴν Πασσαρώνα, ἡ θέση τῆς ὁποία πιθανολογεῖται πὼς βρίσκονταν κοντὰ στὴ σημερινὴ βιομηχανικὴ ζώνη τῶν Ἰωαννίνων, στὴ Ἀμβρακία, τὴν σημερινὴ Ἄρτα φανερώνουν τὶς βλέψεις τοῦ Πύρρου καὶ τὸ ὅραμά του, τὸ ὁποῖο δὲν ἐγκλωβίζονταν στὰ παραδοσιακὰ ὅρια τῆς Ἠπείρου, οὔτε στὰ κεκτημένα του ἀλλὰ ἐπιθυμοῦσε νὰ ἀποτινάξει τὴν μακεδονικὴ ἡγεμονία, στὰ δυτικά, νὰ ὑποτάξει τοὺς ἄναρχους Ἰλλυριοὺς τοῦ βορρᾶ καὶ νὰ ἑδραιώσει τὴν κυριαρχία του στὸ ζωτικό, ἐμπορικὸ ἀλλὰ καὶ ἁλιευτικό, χῶρο τοῦ Ἀμβρακικοῦ. Παράλληλα οἱ ἐκστρατεῖες του στὴν Ἰταλία καὶ τὴν Σικελία, μὲ τὶς ἡρωικὲς νίκες στὴν Ἡράκλεια, τὸ Ἄσκλο καὶ τὴν πικρὴ ἀναμέτρηση στὸ Βενεουέντο, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀναγόρευσή του σὲ βασιλέα ὅλης τῆς Σικελίας καὶ σὲ ἡγεμόνα τοῦ Τάραντα, προσδίδουν μία μυθικὴ ἀτμόσφαιρα στὴν εἰκόνα τοῦ μεγάλου Πύρρου.

Ἔτσι στὰ 272 π.Χ, ὅπου ὁ ἄδοξος θάνατος τοῦ Πύρρου στὸ Ἄργος, μία νέα Ἤπειρος εἶχε γεννηθεῖ τῆς ὁποίας ἡ δόξα δὲν ἔσβησε μαζὶ μὲ τὸν ἡγέτη της, ἀλλὰ ἐξακολούθησε νὰ ζεῖ μέσα ἀπὸ τὰ λαμπρὰ θέατρα τῶν πόλεών της, τοὺς καλλίγραμμους ναοὺς τῶν ἱερῶν της, τὸν πλοῦτο καὶ τὴν ὀμορφιὰ τῆς πρωτεύουσάς της, τὸν θρύλο τοῦ βασιλιᾶ της. Ἡ Ἤπειρος αὐτὴ ἔχασε τὴν λάμψη της μὲ τὸν θάνατο τῆς Ὀλυμπιάδας, τῆς τελευταίας ἀπόγονου τοῦ Πύρρου καὶ τῶν Αἰακιδῶν, γιὰ νὰ πέσει στὴν συνέχεια νεκρὴ ἀπὸ τὸ ξίφος τοῦ Ρωμαίου κατακτητῆ στὰ 168 π.Χ.

 

1 Ὁ Ἀλέξανδρος ὁ Μολοσσὸς (350-331 π.Χ) ὑπῆρξε γιὸς τοῦ Νεοπτόλεμου Α΄ καὶ ἀδελφός της Ὀλυμπιάδας, μητέρας τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου. Μετὰ τὸν θάνατό του ἡ σύζυγος τοῦ Κλεοπάτρα ἀνέλαβε τὴν ἀντιβασιλεία στὴν Ἤπειρο ὡς τὸ 324 π.Χ, ἔτος κατὰ τὸ ὁποῖο ὁ Αἰακίδης, πατέρας τοῦ Πύρρου ἔγινε βασιλέας μὲ τὴν ὑποστήριξη τῆς Ὀλυμπιάδας