6 Ἀπριλίου 1935: Δικαίωση τῶν Ἑλλήνων τῆς Βορείου Ἠπείρου ἀπὸ τὴν Χάγη ὕστερα ἀπὸ προσφυγὴ κατὰ τῆς Ἀλβανίας γιὰ τὸ κλείσιμο τῶν ἑλληνικῶν σχολείων


Ἡ ἀλβανικὴ κυβέρνηση τὸν Ἀπρίλιο 1933, διὰ τοῦ ἄρθρου 206 τοῦ ἀλβανικοῦ Συντάγματος, ἀπαγόρευσε τελείως τὴν λειτουργία ὅλων τῶν ἰδιωτικῶν σχολείων. Στὰ ἰδιωτικὰ σχολεῖα ἡ ἀλβανικὴ κυβέρνηση συμπεριέλαβε καὶ τὰ σχολεῖα τῆς Ἑλληνικῆς Ἐθνικῆς Μειονότητας. Μὲ αὐτὴ τὴν ἀπόφαση ἡ Ἀλβανία ἐπιδίωκε νὰ ἀπαλλαγεῖ ὁριστικὰ ὡς κράτος ἀπὸ τὴ χρήση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας στὶς περιοχὲς τῆς Βορείου Ἠπείρου.

Ὡς ἀντίδραση σὲ αὐτὴ τὴν πρόκληση τοῦ ἀλβανικοῦ κράτους οἱ Ἕλληνες Βορειοηπειρῶτες, τὸ Δεκέμβριο τοῦ 1933 ἱδρύουν στὸ Ἀργυροκάστρο τὴ «Νέα Φιλικὴ Ἑταιρεία». Σκοπὸς τῆς «Νέας Φιλικῆς Ἑταιρείας», ἦταν νὰ ἐνθαρρύνει τὴν Ἐθνικὴ Ἑλληνικὴ Μειονότητα καὶ νὰ τὴν προετοιμάσει γιὰ τοὺς μελλοντικοὺς ἀγῶνες κατὰ τῶν Τιράνων καὶ τὴν ἐκ νέου ἀναγνώριση τῶν διεθνῶς ἀναγνωρισμένων σχολικῶν προνομίων τῆς μειονότητας. Ἡ ὀργάνωση αὐτὴ λειτουργοῦσε τότε στὰ πρότυπά της «Φιλικῆς Ἑταιρείας». Μὲ σύνεση, ἀπόλυτη πειθαρχία καὶ μὲ ἄκρως μυστικότητα κατάφερε μὲ τὶς τοπικὲς ἐκλογὲς νὰ ἐλέγξει τὴν τοπικὴ ἐξουσία στὴν περιοχὴ τῆς Ἑλληνικῆς Μειονότητας. Σὲ κάθε χωριὸ ὑπῆρχε καὶ ὁ τομεάρχης ποὺ εἶχε ἀναλάβει τὴν ὀργάνωση τῶν Ἑλλήνων Βορειοηπειρωτῶν. Ἱδρυτὴς καὶ ἡγέτης τῆς «Νέας Φιλικῆς Ἑταιρείας» ἦταν ὁ Βασίλειος Σαχίνης.

Στὶς 10 Σεπτεμβρίου 1933, οἱ τομεάρχες τῆς «Νέας Φιλικῆς Ἑταιρείας» συγκεντρώνονται κάτω ἀπὸ πλήρη μυστικότητα στὴ Δερβιτσιάνη, ὅπου ἀποφάσισαν πὼς ἕως ὅτου ἡ Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν ἐπιληφθεῖ τοῦ σχολικοῦ ζητήματος, ὁ ἀγώνας θὰ ἔπρεπε νὰ συνεχιστεῖ.

Ἔτσι ἀποφάσισαν τὴν κήρυξη σχολικῆς ἀπεργίας. Οἱ Ἕλληνες μαθητὲς στὴ Βόρειο Ἤπειρο, μετὰ τὴν ἀπόφαση τῆς «Νέας Φιλικῆς Ἑταιρείας», ἀρνοῦνται νὰ προσέλθουν στὰ ἀλβανικὰ σχολεῖα καὶ τὸ καθεστὼς τῶν Τιράνων ἀπαντᾶ στὴν ἀπεργία μὲ διώξεις κατὰ τῶν ὀργανωτῶν, μὲ τρομοκρατία, συλλήψεις καὶ ἐκτοπισμοὺς δασκάλων καὶ μὲ βασανιστήρια.

Στὶς 18 Σεπτεμβρίου 1933 ἄρχισε ἀπὸ τοὺς Βορειοηπειρῶτες, ὁ σταδιακὸς ἀπεργιακὸς σχολικὸς ἀγώνας. Μέχρι τὶς 25 Σεπτεμβρίου εἶχαν ἀπεργήσει ὅλα τὰ ἑλληνικὰ σχολεῖα τῆς Βορείου Ἠπείρου. Οὔτε ἕνας μαθητὴς δὲν προσῆλθε νὰ ἐγγραφεῖ στὰ μητρῶα τῶν σχολείων ὡς ἔνδειξη διαμαρτυρίας κατὰ τῆς ἀλβανικῆς κυβέρνησης καὶ τοῦ βασιλιᾶ Ζώγου γιὰ τὸ κλείσιμο τῶν περισσοτέρων ἑλληνικῶν σχολείων στὴ Βόρειο Ἤπειρο.

Στὶς 2 Ἰανουαρίου 1934, οἱ τομεάρχες τῆς «Νέας Φιλικῆς Ἑταιρείας» συγκεντρώνονται καὶ πάλι στὸ Ἀργυροκάστρο, ὅπου καὶ ἀποφασίζουν ὅτι ἦρθε ἡ ὥρα νὰ προσφύγουν οἱ Ἕλληνες Βορειοηπειρῶτες στὴν Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν ὅπου θὰ καταγγείλουν τὴν Ἀλβανία γιὰ τὸ κλείσιμο τῶν ἑλληνικῶν σχολείων.

Ἕως τὶς 23 Ἰανουαρίου συγκεντρώθηκαν πάνω ἀπὸ τριάντα χιλιάδες ὑπογραφὲς Βορειοηπειρωτῶν ποὺ ἐπισυνάφθηκαν στὸ ὑπόμνημα καὶ ἐστάλησαν στὴν Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν.

Στὶς 5 Ἀπριλίου 1934 κοινοποιεῖται πρὸς τὴν ἀλβανικὴ κυβέρνηση, ἀπὸ τὸν γενικὸ γραμματέα τῆς Κοινωνίας τῶν Ἐθνῶν, ἡ προσφυγὴ τῶν Βορειοηπειρωτῶν πρὸς τὴν Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν κατὰ τῆς Ἀλβανίας, γιὰ τὸ σχολικὸ ζήτημα.

Στὶς 14 Ἰανουαρίου 1935 μὲ ὑπόμνημα τοῦ ἐκπροσώπου τῆς Ἱσπανίας ζητεῖται ἡ συμβουλευτικὴ γνώμη τοῦ Διεθνοῦς Διαιτητικοῦ Δικαστηρίου τῆς Χάγης ὡς πρὸς τὸ σχολικὸ ζήτημα ποὺ προέκυψε στὴν Ἀλβανία μὲ τὴν ἀπόφασή της νὰ κλείσει τὰ ἑλληνικὰ σχολεῖα.

Στὶς 21 Φεβρουαρίου 1935 ἀπὸ τὸν ἀντιπρόσωπο τῆς ἑλληνικῆς κυβερνήσεως Γεώργιο Λαγουδάκη ὑπεβλήθη στὸ Δικαστήριο τῆς Χάγης ὑπόμνημα μὲ τὶς ἀπόψεις αὐτῆς γιὰ τὸ σχολικὸ ζήτημα ποὺ εἶχε προκύψει στὴ Βόρειο Ἤπειρο.

Στὶς 6 Ἀπριλίου 1935 τὸ Διαρκὲς Δικαστήριο Διεθνοῦς Δικαιοσύνης τῆς Χάγης μὲ πρόεδρο τὸν Ἄγγλο Sir Cecil James Barrington Hurst, ἐξέδωσε τὴ γνωμοδότησή του πάνω στὴν προσφυγὴ τῶν Βορειοηπειρωτῶν κατὰ τῆς Ἀλβανίας. Ἡ ἀπόφαση καταδικάζει τὴν Ἀλβανία γιὰ τὸ κλείσιμο τῶν ἑλληνικῶν σχολείων καὶ τὴν ὑποχρεώνει ὥστε νὰ λειτουργήσουν ξανὰ τὰ ἑλληνικὰ σχολεῖα. Ἡ ἀπόφαση αὐτὴ ἦταν μία δικαίωση τοῦ ἀγώνα τῶν Βορειοηπειρωτῶν γιὰ τὸ σχολικὸ ζήτημα.

Στὶς 23 Μαΐου 1935 ὁ ἀντιπρόσωπος τῆς Ἱσπανίας ἀνακοίνωσε στὸ Συμβούλιο τῆς Κ.Τ.Ε. δήλωση τῆς ἀλβανικῆς κυβέρνησης μέσω τῆς ὁποίας υἱοθετοῦσε τὴν ἀπόφαση τοῦ Δικαστηρίου τῆς Χάγης ζητώντας ὅμως παράλληλα ἀναβολὴ ὡς πρὸς τὴν ἐφαρμογή της.

Στὶς 30 Αὐγούστου 1935 ἡ Ἀλβανία, πρὸς συμμόρφωση μὲ τὴν ἀπόφαση τοῦ Δικαστηρίου τῆς Χάγης, ὑπέβαλε στὴν Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν σχέδιο κανονισμοῦ γιὰ τὴν ἐλεύθερη λειτουργία τῶν σχολείων τῆς Ἐθνικῆς Ἑλληνικῆς Μειονότητας.

Στὶς 23 Σεπτεμβρίου 1935 γίνεται δεκτὸς ἀπὸ τὸ Συμβούλιο τῆς Κοινωνίας τῶν Ἐθνῶν μὲ πλήρη ὁμοφωνία ὁ κανονισμὸς ποὺ εἶχε ὑποβάλει ἡ Ἀλβανία γιὰ τὸ θέμα τῆς ἐλεύθερης ἑλληνικῆς παιδείας γιὰ τὴν Ἐθνικὴ Ἑλληνικὴ Μειονότητα στὴ Βόρειο Ἤπειρο.

Ἡ ὅλη διαδικασία καὶ ἡ τελικὴ ἀπόφαση δικαιώνει τοὺς Βορειοηπειρῶτες στὸ θέμα τῆς παιδείας καὶ ὑποχρεώνει τοὺς Ἀλβανοὺς νὰ ἐπιτρέψουν τὴν ἐλεύθερη λειτουργία τῶν ἑλληνικῶν σχολείων.

Μετὰ τὸ Πρωτόκολλο τῆς Κερκύρας, ἡ ἀπόφαση τοῦ δικαστηρίου τῆς Χάγης, ἦταν ἡ δεύτερη μεγάλη διεθνὴς νίκη τοῦ Βορειοηπειρωτικοῦ Ἑλληνισμοῦ.

Ἄρθρο τοῦ Κώστα Ζαφειράτη στὴν ἐφημερίδα ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ

Φωτό: Βασίλειος Σαχίνης.Ἱδρυτὴς καὶ ἡγέτης τῆς «Νέας Φιλικῆς Ἑταιρείας» τῶν Βορειοηπειρωτῶν.