Ἡ Βουλγαρία ἐπιστρέφει στὴ Βόρειο Ἤπειρο


Ὁ Ρῶσος πρωτοπρεσβύτερος πατὴρ Κωνσταντῖνος, στὸ κήρυγμά του φέτος τὴν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας στὴν Ἁγία Πετρούπολη, μίλησε γιὰ ἕνα «ἱστορικὸ παράδοξο»: Πὼς δηλαδὴ δὲ μνημονεύτηκε μετὰ ἀπὸ αἰῶνες τὸ ὄνομα τοῦ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως στὴ Ρωσία, ἡ ὁποία τότε «μία χώρα ποὺ ὁ λαὸς της ζοῦσε μέσα στὰ δάση φωτίστηκε ἀπὸ τὸ Βυζάντιο».Ἡ ἐξήγηση βέβαια βρίσκεται στὴν ὑπεράσπιση τοῦ πληθυσμοῦ καὶ τῶν συμφερόντων τῶν Ρώσων στὴν Οὐκρανία.

Καί ἂν τὸ παράδειγμα αὐτὸ ἀφορᾶ μία ὑπερδύναμη ἐκτὸς ΝΑΤΟ καί Ευρ. Ἕνωσης, ἂς δοῦμε καὶ τὴ Βουλγαρία μία χώρα μικρότερη τῆς Ἑλλάδας καὶ μέλος τῶν εὐρωατλαντικῶν δομῶν. Ἀπὸ τὸ 1990 λοιπὸν ἔχει καθιερώσει ὡς ἐθνική της ἑορτὴ τὴν 3η Μαρτίου, ἡμερομηνία ποὺ ὑπογράφηκε τὸ 1878 ἡ συνθήκη τοῦ Ἁγίου Στεφάνου. Μὲ τὴ συνθήκη αὐτὴ ἐδάφη κυρίως τῆς Ἑλλάδας, ἀλλὰ καὶ ἄλλων ἔξι σημερινῶν κρατῶν, ἀποδίδονταν στὴ Σόφια. Μεταξὺ αὐτῶν καὶ τὸ ἀνατολικὸ κομμάτι τῆς Βορείου Ἠπείρου, δηλαδὴ ἡ εὐρύτερη περιοχὴ τῆς Κορυτσᾶς. Ὅτι δὲν κατάφερε ὁ βουλγαρικὸς στρατὸς ὡς δύναμη κατοχῆς στοὺς δύο παγκοσμίους πολέμους ποὺ εἶχε κατακτήσει ἢ προσεγγίσει τὴν περιοχή, τὸ πέτυχε ἡ βουλγαρικὴ διπλωματία τὸ 2017 ὅταν ἡ ἀλβανικὴ βουλὴ ἀναγνώρισε ὅτι ὑπάρχει ἐκεῖ βουλγαρικὴ μειονότητα. Στὴν ἐπίσημη ἰστοσελίδα τοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν τῆς Βουλγαρίας ὑπάρχει ξεχωριστὴ σελίδα ἀφιερωμένη στοὺς «Βούλγαρους τῆς Ἀλβανίας» καὶ στὶς διμερεῖς συνομιλίες μὲ τὴν Ἀλβανία γίνονται συνεχεῖς ἀναφορὲς σὲ αὐτούς.

Ἡ Ἑλλάδα δυστυχῶς δέχτηκε νὰ ἐνταχθοῦν ἄνευ ὅρων ἡ Βουλγαρία καὶ ἡ Ρουμανία στὴν Ευρ.Ἕνωση χωρὶς ἀνταλλάγματα καὶ προαπαιτούμενα, δίνοντας σὲ αὐτὲς τὶς χῶρες πλήρη ἐλευθερία κίνησης καὶ καθιστώντας τὰ διαβατήριά τους ἑλκυστικά. Ἀκόμα καὶ κάποιες ἐπιπολαιόττητες, ὅπως ἡ ὑπόθεση μὲ τὰ ὑπερχιλιετῆ βυζαντινὰ κειμήλια τῶν Πρεσπῶν ποὺ δείχνουν τοὺς ἀγῶνες ἐνάντια σὲ εἰσβολεῖς καὶ στασιαστὲς καὶ μπῆκαν στὸ ἴδιο τραπέζι μὲ τὰ κλοπιμαία τῶν βουλγαρικῶν κατοχῶν, ἐνίσχυσαν τὸν βουλγαρικὸ ἐθνικισμό.

Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ ἔχει ἀνοίξει τὴν πόρτα τῆς Βορείου Ἠπείρου διάπλατα στοὺς Βούλγαρους εἶναι ἡ συμφωνία τῶν Πρεσπῶν. Παραδίδοντας ἡ Ἑλλάδα τὸν ὄρο «Μακεδονία», αὐτομάτως ὁτιδήποτε «μακεδονικὸ» ἔγινε ἀντικείμενο διεκδίκησης μεταξὺ Σόφιας καὶ Σκοπίων. Εἴτε ἡ ἀναγνωρισμένη ἀπὸ τοὺς Ἀλβανοὺς «μακεδονικὴ» μειονότητα, εἴτε οἱ ἑλληνικῆς καταγωγῆς κάτοικοι ποὺ ἔχουν δεσμοὺς μὲ τὴν Καστοριὰ καὶ τὴν ὑπόλοιπη Μακεδονία. Ἂν προσθέσουμε καὶ τὴν ἐπιρροὴ τῶν Τούρκων στὴ διακυβέρνηση τῆς Βουλγαρίας, καταλαβαίνουμε ὅτι μετὰ τὸ τουρκολιβυκὸ μνημόνιο στὸ νότο, κινδυνεύουμε καὶ μὲ ἕνα παρόμοια ἀνθελληνικὸ στὸ βορρᾶ.

Πραγματικὰ εἶναι τραγικὸ τὰ ἑλληνικὰ αὐτὰ χωριά, τόποι καταγωγῆς ἀγωνιστῶν τοῦ 1821 καὶ Μακεδονομάχων νὰ παρουσιάζονται ὡς βουλγαρικά. Οἱ κάτοικοί τους εἶχαν ὑποδεχθεῖ τὴν πρώτη διεθνῆ βοήθεια ποὺ ἔφτασε ἐκεῖ στὶς ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ ΄90 ἀπὸ τὴ ΣΦΕΒΑ, μὲ μεγάλη χαρὰ καὶ παρὰ τὶς δεκαετίες ἀπαγόρευσης τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, στὰ ὄμορφα ἑλληνικά τους ξεχώριζε ἡ φράση: «Εἴμαστε καὶ ἐμεῖς ἀδέλφιά σας».

Ἕνας φίλος Βούλγαρος γιατρὸς ποὺ ἐργάζεται στὴ Γερμανία ὅταν τὸν ρωτᾶνε ἀπὸ ποὺ εἶναι, ἀπαντᾶ: «Γεννήθηκα στὴ Σόφια, ἀλλὰ ὁ παππούς μου εἶναι ἀπὸ τὸ Μοναστήρι». Εἴθε νὰ θυμόμαστε καὶ ἐμεῖς, νὰ στηρίξουμε τὸν Ἑλληνισμὸ στὶς πανάρχαιες ἑστίες του καὶ νὰ ἀποτρέψουμε τὴ συρρίκνωσή του.

Λεζάντα φωτὸ: πάνδημη συμμετοχὴ στοὺς ἑορτασμοὺς γιὰ τὴν 143η ἐπέτειο τῆς ὑπογραφῆς τῆς Συνθήκης τοῦ Ἁγίου Στεφάνου ποὺ ἔδινε στὴ Βουλγαρία ἀκόμα καὶ τὴν Κορυτσά!